Φεμινισμός

Φεμινισμοί της κατάργησης και κόσμοι που δεν (επανα)τραυματίζουν

Φεμινισμοί της κατάργησης και κόσμοι που δεν (επανα)τραυματίζουν 525 697 positiv

Κατερίνα Στάμου*

 


 

Περίληψη

Το άρθρο γράφτηκε στο πλαίσιο του κοινοτικού μαθήματος για τους φεμινισμούς της κατάργησης που πραγματοποιήθηκε στο Φεμινιστικό Αυτόνομο Κέντρο έρευνας το φθινόπωρο του 2022 στην Αθήνα, σε συντονισμό της Άννας Καραστάθη. Ασχολείται με τους φεμινισμούς της κατάργησης ως προεικονιστική πολιτική θεωρία και πράξη εστιάζοντας στο όραμά τους για το χτίσιμο κόσμων που δεν (επανα)τραυματίζουν. Θέτοντας ως σημείο εκκίνησης την παραδοχή ότι το φυλακο-βιομηχανικό σύμπλεγμα αποτελεί τον κατεξοχήν μηχανισμό πρόκλησης (επανα)τραυματισμού σε παγκόσμιο επίπεδο, το άρθρο επιχειρεί να σκιαγραφήσει με διακριτό τρόπο πώς οι φεμινισμοί της κατάργησης προσφέρουν δυνατότητες ατομικής και συλλογικής επούλωσης μέσα από πολιτικές πράξεις μετασχηματισμού του τρόπου διαχείρισης των κοινωνικών σχέσεων και της βλάβης, ενθαρρύνοντας μια κουλτούρα συμπόνιας ενάντια στην κυρίαρχη κουλτούρα τιμωρίας και βίας του φυλακικού συστήματος. Αντλώντας υλικό από μια κατά βάση ξενόγλωσση βιβλιογραφία αποτελούμενη από κείμενα ακτιβιστριών-συγγραφέων της φεμινιστικής καταργητικής γενεαλογίας των ΗΠΑ, όπως η Angela Y. Davis, η adrienne maree brown και η Mariame Kaba, στο άρθρο επιχειρώ να ιχνηλατήσω την προσέγγιση αυτών σε έννοιες όπως η δικαιοσύνη, η βλάβη και το συναίσθημα, επιδιώκοντας να αναδείξω τις συναισθηματικές και σχεσιακές όψεις του φεμινιστικού καταργητικού κινήματος και των πρακτικών της επουλωτικής και μεταμορφωτικής δικαιοσύνης. Λαμβάνοντας υπόψη πρόσφατες κριτικές αναφορές ενημερωμένες σχετικά με την κοινωνική διάσταση του τραύματος, το άρθρο καταλήγει υπογραμμίζοντας τη διαλογική σχέση ανάμεσα στην κατάργηση και την επούλωση, την ολιστική διάσταση της πολιτικής σκέψης και πράξης των φεμινισμών της κατάργησης, καθώς και την αναγκαιότητα του καταργητισμού στη φροντίδα της ψυχικής υγείας και διαφόρων άλλων, αλληλένδετων πτυχών της ζωής.

——————————————————————————————-

Σε μια συνέντευξή της από το 2019, η ακτιβίστρια και εκπαιδεύτρια Mariame Kaba λέει πως ως καταργήτρια ενδιαφέρεται για δύο πράγματα: «τις σχέσεις και το πώς θα αντιμετωπίσουμε τη βλάβη». Και συνεχίζει: «Ο λόγος που είμαι καταργήτρια είναι επειδή γνωρίζω ότι οι φυλακές, η αστυνομία και τα συστήματα παρακολούθησης προκαλούν απεριόριστη βλάβη. Εάν σκοπός μου είναι να βάλω ένα τέλος στη βλάβη, τότε δεν μπορώ να υποστηρίζω τη θανατική ποινή και τους επιβλαβείς θεσμούς. Αυτό που πραγματικά προσπαθώ είναι να εξαλείψω τη βλάβη, όχι να την αναπαράγω, ούτε να την ενισχύσω ή να τη διατηρήσω» (Kaba, 2021, σελ. 155).  Τα λόγια της Kaba περιγράφουν με σύντομο και ξεκάθαρο τρόπο πώς η κατάργηση των φυλακών, της αστυνομίας και των συστημάτων ελέγχου συνεπάγεται την κατάργηση πρόκλησης των αλλεπάλληλων και πολλαπλών μορφών βλάβης και βίας που προκαλεί το λεγόμενο φυλακο-βιομηχανικό σύμπλεγμα. Παρόλο που η βλάβη και το τραύμα δεν είναι δύο απόλυτα ταυτόσημες έννοιες, αξίζει να δούμε την αλληλένδετη σχέση τους μέσα από τον τρόπο που τις προσεγγίζουν οι φεμινισμοί της κατάργησης, διακρίνοντας στο όραμα της φεμινιστικής καταργητικής σκέψης και πράξης τη μείωση της πρόκλησης τόσο της μιας, όσο και της άλλης. Σύμφωνα με την adrienne maree brown (UC Santa Cruz, 2021), η πρόκληση βλάβης σχετίζεται με το τραύμα μιας βαθιά ρατσιστικής, ανταγωνιστικής και καπιταλιστικής ετεροπατριαρχίας. Για εκείνη, αυτό που χρειάζεται για τη μείωση της βλάβης δεν είναι άλλο από την επούλωση των τραυμάτων που προκαλεί το σύστημα θεσμών και ιδεών που διαχρονικά και πολλαπλώς μας υποτιμά, στερώντας μας την υποστήριξη που αξίζουμε, με αποτέλεσμα οι πληγές μας να πονούν ακόμα. Σε μια χρονική στιγμή σαν τη σημερινή, όπου η συζήτηση γύρω από το τραύμα –ατομικό ή/και συλλογικό– αρθρώνεται κυρίως με όρους προνομίων και αποκλεισμών, οι πρακτικές της επουλωτικής και μεταμορφωτικής δικαιοσύνης τοποθετούν τη διαμόρφωση των κοινωνικών σχέσεων εντός δυνατοτήτων επούλωσης, πέραν της διαιώνισης δομών και συμπεριφορών κακοποίησης και (επανα)τραυματισμού. Τη σχέση μεταξύ επούλωσης και φεμινισμών της κατάργησης νιώθω την ανάγκη να τονίσω ύστερα από τα αναγνώσματα και τις συζητήσεις της συλλογικής διαδρομής στην οποία συμμετείχα στο πλαίσιο του κοινοτικού μαθήματος για τους φεμινισμούς της κατάργησης, το περασμένο φθινόπωρο στο Φεμινιστικό Αυτόνομο Κέντρο έρευνας· το άρθρο αυτό είναι η προσπάθειά μου να μοιραστώ την επίδραση που η διαδικασία αυτή είχε σε εμένα, και ο τρόπος μου να αποδώσω την προσωπική μου μετάφραση αυτής ως κινητήρια δύναμη για το χτίσιμο κόσμων που δεν (επανα)τραυματίζουν.

Προκειμένου να κατανοήσουμε την πολιτική σημασία της επούλωσης του τραύματος, αλλά και τη σχέση που αυτή έχει με τους φεμινισμούς της κατάργησης, χρειάζεται να αναγνωρίσουμε στο πρόσωπο της αστικής δικαιοσύνης και των ελεγκτικών μηχανισμών της (όπως είναι για παράδειγμα τα συστήματα της φυλακής και της αστυνομίας) τις τακτικές εκείνες που συντηρούν και αναπαράγουν το τραύμα. Με άλλα λόγια, να αναγνωρίσουμε ότι το πλέον παγκοσμιοποιημένο φυλακο-βιομηχανικό σύμπλεγμα και οι θεσμοί του αποτελούν τον κατεξοχήν μηχανισμό πρόκλησης (επανα)τραυματισμού τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Με τη λέξη τραύμα αναφέρομαι εξίσου στο ψυχικό όσο και το σωματικό τραύμα, λαμβάνοντας υπόψη την αδιαχώριστη σχέση σώματος και ψυχής: και αυτό όχι μόνο γιατί το ψυχικό τραύμα εδρεύει στο σώμα, αλλά και γιατί η διαγενεακή βία που ξεσπά στα καταπιεσμένα σώματα με τη μορφή πατριαρχικής, λευκής, οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας εδρεύει εξίσου στην ψυχή, συντηρώντας έναν διαχρονικό φαύλο κύκλο (επανα)τραυματισμού της ψυχικής υγείας τον οποίο το φυλακο-βιομηχανικό σύμπλεγμα όχι μόνο αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει, αλλά πυροδοτεί σε ανυπολόγιστο βαθμό. Η σχέση μεταξύ τραύματος και φυλακής μπορεί να εντοπιστεί και μέσω μιας ακόμη, διπλής παραδοχής: πρώτον, ότι η φυλακή και το φυλακο-βιομηχανικό σύμπλεγμα αποτελούν τραυματική συνθήκη για όλους τους ανθρώπους που θα βρεθούν πρωτογενή ή δευτερογενή θύματά του, με τις καταπιεσμένες και περιθωριοποιημένες ομάδες να αποτελούν τον συνηθέστερο και ευαλωτότερο στόχο του. Δεύτερον, ότι το τραύμα βιώνεται ως φυλακή (sic), ως εγκλωβιστική συνθήκη για το άτομο που το ζει, ακόμα και όταν η τραυματική εμπειρία καταλαμβάνει χώρο στο ψυχόσωμά του (Maté, 2022, σελ. 37) εξαιτίας παραγόντων της ζωής που δεν συνδέονται με την καθαυτό εμπειρία της φυλάκισης ή με άλλους εμφανείς πολιτικοκοινωνικούς παράγοντες. Υπό το παραπάνω πρίσμα, η αναφορά στην έννοια της φυλακής στον τίτλο του έργου Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας της Άλις Μίλερ (Alice Miller) –στο οποίο η σπουδαία ψυχολόγος εμβαθύνει στα αίτια και στις συνέπειες των τραυμάτων της παιδικής ηλικίας– φωτίζει ακόμα περισσότερο τη συμβολική σύνδεση μεταξύ φυλακής και τραύματος. Όπως σημειώνει ο Gabor Maté στο τελευταίο του βιβλίο The Myth of Normal, «το τραύμα διαπερνά την κουλτούρα μας, από την ατομική μας λειτουργία μέχρι τις κοινωνικές σχέσεις, τη γονεϊκότητα, την οικονομία, την πολιτική» και «οι συνέπειες αυτού για τους ανθρώπους και τον πλανήτη είναι τεράστιες» (στο ίδιο, σσ. 20, 245).

Ο (επανα)τραυματισμός ως βιοπολιτική στους κόσμους που κατασκευάζει το φυλακικό σύστημα δεν επιτυγχάνεται μόνο μέσω της άμεσης πρόκλησης τραύματος, αλλά και της έλλειψης ενδιαφέροντος απέναντι στο τραύμα από τους φορείς εκείνους που το σύστημα αναπαριστά ως πηγές κοινωνικής ασφάλειας και δικαιοσύνης. Στο τελευταίο έγκεινται και τα δυο επικρατέστερα επιχειρήματα για τη διατήρηση του φυλακικού συστήματος: το πρώτο αφορά την υπόσχεση παροχής ασφάλειας η οποία επιτυγχάνεται μέσω του τρόπου με τον οποίο η αστική δικαιοσύνη κατασκευάζει το δίπολο αθωότητας και ενοχής. Καλλιεργώντας την προσήλωση στο παραπάνω δίπολο, η αστική δικαιοσύνη είναι προσκείμενη στο να παραβλέπει τα κοινωνικά αίτια κατασκευής τόσο της αθωότητας όσο και της ενοχής, με τη δεύτερη να είναι φτιαγμένη από τις ίδιες τακτικές αποκλεισμού και προκατάληψης που συντελούν στην κατασκευή των άλλων. Το δεύτερο επιχείρημα άπτεται των διαδικασιών απόδοσης δικαιοσύνης μέσω των πράξεων υποτιθέμενης δικαίωσης των ατόμων που υπήρξαν θύματα από την πρόκληση βλάβης. Ενάντια στο πλέγμα εξουσίας που συγκροτείται από ένα πατριαρχικό, τρανσφοβικό, ρατσιστικό και μισαναπηρικό σύστημα αξιών, οι φεμινισμοί της κατάργησης προεικονίζουν μια διαφορετική θεώρηση ως προς την αντιμετώπιση της βλάβης και τη δικαίωση των επιζωσών. Συγκεκριμένα, όσον αφορά την υλική, ηθική και συναισθηματική υποστήριξη προς τις επιζώσες έμφυλης βίας, το φυλακο-βιομηχανικό σύμπλεγμα «δεν ισχυρίζεται καν ότι ενδιαφέρεται για το αν εκείνες θεραπεύονται από τα τραύματα της κακοποίησής τους» (Kaba, 2021, σελ. 134), ενώ ο περιορισμένος αριθμός πρακτικών που αυτό προσφέρει αδυνατεί να θρέψει το κατάλληλο έδαφος τόσο για την ασφάλεια της ζωής τους όσο και για τη διαχείριση των συναισθημάτων τους. Όπως έχει αποδειχθεί επανειλημμένα, το κράτος όχι μόνο αφήνει τις θηλυκότητες εκτεθειμένες απέναντι στην έμφυλη βία, αλλά επιπλέον την αναπαράγει, εγκαθιδρύοντας και φυσικοποιώντας τη διαμέσου συστημικών τακτικών βίας που προσιδιάζουν μια έμφυλα προσδιορισμένη κακοποιητική σχέση: συναισθηματική και οικονομική κακοποίηση, εκφοβισμός, απομόνωση, υποτίμηση και εκμετάλλευση των παιδιών ως αντικείμενα πρόκλησης πόνου στην επιζώσα είναι μερικές μόνο από τις κακοποιητικές πρακτικές που εφαρμόζει το ίδιο το κράτος απέναντι στις θηλυκότητες (Davis, Gent, Meiners και Richie, 2022). Εκτός αυτού, οποιαδήποτε πρακτική πέρα από τους νόμους της αστικής δικαιοσύνης παρουσιάζεται ως ριψοκίνδυνη και ανεύθυνη από το ίδιο το σύστημα (Kaba, 2021), ενώ η εσωτερικευμένη και αμετανόητη δυσπιστία, ως μορφή επιπρόσθετης βίας, με την οποία οι επιζώσες έρχονται αντιμέτωπες από το στάδιο της καταγγελίας έως το τέλος της διαδικασίας της δίκης, με ερωτήσεις και συμπεράσματα που προσβάλλουν, αμφισβητούν και περιφρονούν τα βιώματά τους, λειτουργεί επανατραυματικά, υποσκάπτοντας ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα να ανακτήσουν την αυτοδιάθεσή τους (στο ίδιο, σελ. 142).

Οι φεμινισμοί της κατάργησης αγωνίζονται για έναν διαφορετικό τρόπο διαχείρισης της βλάβης και του τραύματος που αυτή προξενεί, πέρα από την αναπαραγωγή μιας κουλτούρας δυσπιστίας ή τιμωρίας, υπογραμμίζοντας την αλληλένδετη σχέση έμφυλης, ρατσιστικής, οικονομικής και συστημικής βίας. Όπως επισημαίνει και πάλι η Kaba: «Όταν δίνεις προτεραιότητα στην τιμωρία, σημαίνει ότι η πατριαρχία παραμένει ισχυρά στη θέση της. Και αν ενδιαφέρομαι ουσιαστικά να διαλύσω τα συστήματα καταπίεσης, πρέπει να ξεφορτωθώ την τιμωρία. Αλλά θέλω ανάληψη ευθύνης και θέλω αυτό να βρίσκεται στο επίκεντρο της αλληλεπίδρασής μου με τους άλλους ανθρώπους» (στο ίδιο, σελ. 146). Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι το φυλακο-βιομηχανικό σύμπλεγμα σκιαγραφεί τους ανθρώπους που έχουν προξενήσει βλάβη ως άτομα τα οποία είναι αδύνατο να αισθανθούν την ανάγκη της ανάληψης ευθύνης και υπαιτιότητας των πράξεών τους (στο ίδιο, σσ. 139-147), και ότι ο μόνος ο τρόπος για να επιτευχθεί αυτό είναι μέσω ενός τιμωρητικού εξαναγκασμού, όπως η φυλάκιση. Ενώ χρειάζεται να κατανοήσουμε τον περιοριστικό τρόπο σκέψης της αστικής δικαιοσύνης ο οποίος έρχεται σε αντίθεση με τη φιλοσοφία της μεταμορφωτικής δικαιοσύνης και των προσωπικών και συλλογικών διεργασιών που αυτή προτείνει για τη μείωση της βλάβης, η μεταμορφωτική δικαιοσύνη δεν αποσκοπεί μονάχα στη διαδικασία ειλικρινούς ανάληψης ευθυνών από τη μεριά των δραστών, αλλά σε «οτιδήποτε δημιουργεί περισσότερη ασφάλεια, δικαιοσύνη ή επούλωση για τα άτομα που έχουν επιβιώσει από τη βία, την κακοποίηση ή τη βλάβη το οποίο δεν βασίζεται στους μπάτσους ή στα δικαστήρια. Μπορεί να σημαίνει ότι ο δράστης μεταμορφώνεται, ή απλά ότι η επιζώσα βγαίνει από αυτό ζωντανή» (Dixon και Piepzna-Samarasinha, 2021). Η παρατήρηση αυτή αποσαφηνίζει ότι στη φιλοσοφία της μεταμορφωτικής δικαιοσύνης η απουσία ανάληψης ευθύνης από τον δράστη δεν μεταφράζεται ως αποτυχία για την επιζώσα και δεν περιορίζει τη δυνατότητα επούλωσής της, ενώ, όπως τονίζει και η διαμεσολαβήτρια επανορθωτικής δικαιοσύνης Αλέξια Στουραΐτη, η μεταμορφωτική δικαιοσύνη αμφισβητεί και την άποψη που θέλει την εκδίκηση να αποτελεί το μονόδρομο της επιθυμίας της (προσωπική επικοινωνία, 30 Νοεμβρίου 2022). Όπως εύστοχα λέει η Leah Lakshmi Piepzna-Samarasinha, «δικαιοσύνη είναι η ζωή που δημιουργείς για την εαυτή σου» (Dixon και Piepzna-Samarasinha, 2021).

Σε αντίθεση με την αστική δικαιοσύνη που προσεγγίζει τη δικαίωση μέσω του εγκλεισμού, της τιμωρίας και του τι θα ακολουθήσει κατόπιν της πρόκλησης βλάβης, οι φεμινισμοί της κατάργησης εστιάζουν στο ποιες συνθήκες προηγήθηκαν της βλάβης και στο ευρύτερο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό συγκείμενο που επέτρεψε ή ενθάρρυνε την πρόκλησή της: καταπιέσεις όπως ο ρατσισμός, η φτώχεια, η ασθένεια και η αναπηρία είναι μερικοί μόνο από τους κοινωνικούς παράγοντες  που συμβάλλουν στην περιθωριοποίηση ανθρώπων και μετέπειτα στην παραβατικότητα, η οποία πολύ συχνά ορίζεται με ταξικά, μισαναπηρικά και ρατσιστικά κριτήρια, οδηγώντας μας να σκεφτούμε ότι αυτό που οι άνθρωποι χρειάζονται δεν είναι η τιμωρία, αλλά η στέγαση, η δωρεάν εκπαίδευση και η ισότιμη και δωρεάν πρόσβαση σε φροντιστικές και ενήμερες γύρω από το τραύμα δομές περίθαλψης· ένα μεγάλο, δηλαδή, οικοσύστημα για τη φροντίδα της ψυχικής υγείας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες «υπάρχουν αυτή τη στιγμή περισσότεροι άνθρωποι με ψυχικές και συναισθηματικές διαταραχές στη φυλακή από ό,τι στα ψυχιατρεία» (Davis, 2003, σελ. 10), ένδειξη ότι η χρήση των εργαλείων του φυλακικού κράτους είναι πανταχού παρούσα ως η μοναδική απάντηση για κάθε είδους πρόβλημα. Στην Ελλάδα αυτό συναντάται, μεταξύ άλλων, και μέσω του ρόλου διαμεσολάβησης της αστυνομίας ως «μεταφορέα» ανθρώπων με ψυχικές ασθένειες κατόπιν εισαγγελικής παρέμβασης, μια άκρως προβληματική τακτική διαιώνισης του στίγματος της ψυχικής υγείας και (επανα)τραυματισμού. Επιπρόσθετη απόδειξη για την αποτυχία της φυλακής ως σύστημα αντιμετώπισης του εγκλήματος αποτελεί το γεγονός ότι, πάλι στην Ελλάδα, η πλειοψηφία των κρατουμένων επιστρέφουν στις φυλακές μετά την αποφυλάκισή τους, σύμφωνα με την ψυχολόγο και απόφοιτη του τμήματος ψυχιατροδικαστικής στην Αθήνα, Κετιόνα Μαλλόλη (προσωπική επικοινωνία, 8 Νοεμβρίου 2022), καθώς τα εργαλεία και το περιβάλλον που έχουν στη διάθεσή τους είναι ανίκανα να τους προσφέρουν τη δυνατότητα μετασχηματισμού που χρειάζονται.

Στο συνηθέστερο ερώτημα «τι θα γίνει με τους κακούς ανθρώπους αν οι φυλακές και η αστυνομία καταργηθούν», νομίζω ότι αυτό που χρειάζεται είναι να αναρωτηθούμε πόση και τι είδους ασφάλεια χρειαζόμαστε και εν τέλει μας επιστρέφεται προκειμένου να εναποθέτουμε το προσωπικό μας αίσθημα δικαιοσύνης σε ένα σύστημα που στερεί από τους ανθρώπους την αξιοπρέπεια και τη δυνατότητα αλλαγής των εαυτών και της ζωής τους προς το καλύτερο. Στρέφοντας το ερώτημα αυτό σε εμάς μπορούμε να σκεφτούμε, όπως αναφέρει η adrienne maree brown (UC Santa Cruz, 2021), πώς θα θέλαμε εμείς «να έρθουμε αντιμέτωποι με τη χειρότερή μας μέρα, πώς θα θέλαμε να μας υπερασπιστούν, να μας προστατεύσουν, να μας δουν και να μας κρατήσουν υπαίτιες/α/ους των πράξεών μας όταν εμείς προξενήσουμε τη βλάβη. Δεn θέλουμε να μας πιάσει η αστυνομία, να μας καταδώσουν, να μας πάνε για θανατική ποινή, να βρεθούμε πίσω από τα κάγκελα. Θέλουμε να μας δώσουν την ευκαιρία να αλλάξουμε, γιατί ξέρουμε πως δεν είμαστε κακοί άνθρωποι».

Οι ολέθριες συνέπειες του τραύματος στην ανθρώπινη ζωή όταν αυτό παραμείνει ανεπεξέργαστο δεν είναι ασύνδετες με τα πολλαπλά καταπιεστικά συστήματα από τα οποία βάλλονται οι ζωές μας. Αντίθετα, πολύ συχνά είναι τα συστήματα αυτά που λειτουργούν ως αιτίες πρόκλησής του. Η έννοια της φυλακής δεν εντοπίζεται μονάχα στη χωρική διάσταση ενός παγκοσμιοποιημένου συστήματος μαζικών φυλακίσεων, ελέγχου, τιμωρίας, αστυνόμευσης, ρατσισμού, έμφυλης βίας και πολιτικού ελέγχου που επιτελείται στο όνομα της αστικής δικαιοσύνης και που πολύ συχνά κοστίζει την ίδια τη ζωή∙ επεκτείνεται σε ποικίλες συναισθηματικές, κοινωνικές και φιλοσοφικές συνυποδηλώσεις. Στην ανατροφοδοτούμενη σχέση μεταξύ συστημάτων καταπίεσης και συστημάτων σκέψης, φυσικοποιείται μια κουλτούρα που ανενδοίαστα παραμένει κακοποιητική και τραυματική, ένα σύστημα πολλαπλών μορφών βίας που εσωτερικεύεται. Υπό το πρίσμα της διαθεματικής, καταργητικής φεμινιστικής προσέγγισης, μπορούμε να μιλήσουμε για την κουλτούρα των φυλακών ή της τιμωρίας ως αναπόσπαστο φαινόμενο της ατμοσφαιρικότητας της βίας (Καραστάθη, 2018,  σσ. 6-15) και των εσωτερικεύσεων που αυτή δημιουργεί διαδρώντας με μορφές κουλτούρας όπως εκείνη του βιασμού, και με ανάλογο τρόπο να ενδιαφερθούμε να εντοπίζουμε και να καταπολεμάμε μέρα με τη μέρα τα εσωτερικευμένα ψήγματα που αυτό το «στοιχειολογικό καθεστώς που μιμείται το φυλακικό» αφήνει μέσα μας (Dillon, 2022, σελ. 185). Να δεσμευτούμε με απαλότητα και ειλικρίνεια απέναντι στη μη πρόκληση βλάβης, κοιτάζοντας έτσι με θάρρος και ειλικρίνεια τη βία από την οποία εμείς έχουμε περάσει, τη βία που έχουμε υποστεί και ενδεχομένως εσωτερικεύσει (Cullors, 2022, σελ. 161).

Η αχρηστία των φυλακών και των ιδεών που τις συνοδεύουν εγκαθιδρύοντάς τες και αναπαράγοντάς τες στον κόσμο του πλανήτη και τους μικρόκοσμους των σχέσεών μας αποτελεί μια από τις αλήθειες που οι φεμινισμοί της κατάργησης επιθυμούν να φωτίσουν. Ένας τρόπος για να γίνει αυτό είναι μέσω της υπογράμμισης και της πολιτικοποίησης του τραύματος και, ως εκ τούτου, της επούλωσής του. Η adrienne maree brown (brown, Gent, Han, S και Shange, 2021, 43:00) προσθέτει: «Όταν σκέφτομαι την κατάργηση, σκέφτομαι πόση επούλωση χρειάζεται να γίνει για εμάς ώστε να φτάσουμε στο σημείο όπου όλες οι ζωές θα μετράνε τόσο ώστε να αξίζουν υπεράσπιση και προστασία και χώρο να μεταμορφωθούν· και το ερώτημά μου αυτό αφορά το ποιες/α/ους σκεφτόμαστε όταν αναφερόμαστε στο “εμείς”, όταν σκεφτόμαστε ποιες/α/οι αξίζουν προστασία. Πάντα προσπαθώ να διευρύνω το “εμείς” και αναρωτιέμαι πώς μπορώ να το κάνω. Χωριζόμαστε σε κατηγορίες από εκείνους που ωφελούνται από το να είμαστε διαχωρισμένες/α/οι». Στη διεύρυνση του «εμείς» σκέφτομαι πως κατοικεί μια αμετάκλητη προσήλωση στην προστασία της ανθρώπινης ζωής και του χτισίματος της κουλτούρας της συμπόνιας η οποία αντιτίθεται στην κουλτούρα του εγκλεισμού και της τιμωρίας. Με την κουλτούρα της συμπόνιας και της ενσυναίσθησης να αποτελούν μια καθημερινή, πολιτικοποιημένη και αγωνιστική πράξη απέναντι στις στρατηγικές απανθρωποποίησης και κατασκευής των «άλλων», βασικός γνώμονας είναι η αποϊδεολογικοποίηση των συστημάτων εξουσίας και καταπίεσης ως φορέων δικαιοσύνης, και η αναγνώριση αυτών ως μηχανισμών πρόκλησης τραύματος. «Η κατάργηση είναι μια μορφή προστασίας και υπεράσπισης της ανθρώπινης ζωής η οποία δεν βασίζεται στην ενίσχυση του νόμου. Συνεπώς, είναι πολύ προσωπική, ατομική, και ταυτόχρονα καθολική, καθώς υπόσχεται να μην ενισχύει τον νόμο και να μην παραδίνεται σε αυτόν» (brown, Gent, Han, S και Shange, 2021, 1:22:24). Είναι, δηλαδή, μια πράξη συλλογικής, «ηθικής και πολιτικής υπευθυνότητας που αποτελεί τη βάση της αλληλεγγύης» (Bhandar και Ziadah, 2020). Έχει ενδιαφέρον να λάβουμε υπόψη ότι η δέσμευση σε αυτήν τη μορφή υπευθυνότητας επιτελείται πρωτίστως ως αρχή και πειθαρχία, όπως προτάσσει η φράση «hope is a discipline» της Kaba (Kaba, 2021, σελ. 24), και ως δυνατότητα επούλωσης των συλλογικών τραυμάτων από τη λευκή κυριαρχία, τον καπιταλισμό και την ετεροκανονικότητα. Κι αυτό διότι οι φυλακιστικές (sic) ιδεολογίες είναι επιπλέον ενισχυμένες από τη ματιά του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού που επιλέγει να ερμηνεύει την ανθρώπινη φύση ως εγωιστική, ανταγωνιστική και κυριαρχική, στοχεύοντας έτσι στην αποδυνάμωση των κοινωνικών σχέσεων, προωθώντας ταυτόχρονα μια κοινωνικά ριζωμένη εσχατολογική προσέγγιση που περιφρονεί τη διάθεση ρευστότητας, επανόρθωσης και μετασχηματισμού της ίδιας της ζωής. Η θεωρία των φεμινισμών της κατάργησης συνομιλεί πολύ διακριτά με τη θεωρία του συναισθήματος, προεικονίζοντας την επούλωση των κοινωνικών μας σχέσεων μέσω της εξάσκησης συναισθημάτων όπως είναι η εμπιστοσύνη και η ασφάλεια∙ συναισθήματα πολύ σημαντικά για το τραυματισμένο νευρικό μας σύστημα που βρίσκεται συνεχώς σε μια αίσθηση επαγρύπνησης και απειλής, μέσα στο παρόν κλίμα βίας, απομόνωσης, αβεβαιότητας και καταπίεσης (Maté, 2022).

Είναι κάπου εδώ που οι φεμινισμοί της κατάργησης επαναφέρουν το ερώτημα προσέγγισης του συναισθήματος: με ποιους τρόπους μέσω ενός καταργητικού φεμινισμού μπορούμε να δούμε πέρα από τα καθεστώτα εγκλεισμού, τιμωρίας και συνόρων τα οποία έχουν ορίσει τις ανθρώπινες γεωγραφίες με βάση συναισθήματα όπως είναι ο πόνος, ο φόβος, η μοναξιά και το μίσος; Πώς μπορούμε να φανταστούμε την κατάργηση της συνεχούς αναπαραγωγής ανθρώπινης κακοποίησης και τραύματος, παύοντας να τα δικαιολογούμε ως πρόσχημα σωφρονισμού, προνομίου ή έλλειψης αθωότητας; Η απάντηση νομίζω βρίσκεται στην εξάσκηση της πεποίθησης ότι η ασφάλεια και η επούλωση οφείλουν να αποτελούν αναπόσπαστα κομμάτια της ανθρώπινης αξιοπρέπειας για τα οποία δεν χρειάζεται να υφίσταται κανένα τεκμήριο υπεροχής ή αθωότητας (brown, 2020). Αυτό σημαίνει ότι, σύμφωνα με την επανορθωτική και τη μεταμορφωτική δικαιοσύνη, οι συνέπειες για τον δράστη πραγματοποιούνται με διαφορετικό τρόπο, χωρίς να περνάνε μέσα από ένα τιμωρητικό και εκδικητικό σύστημα: «καθορίζονται σε άμεση σχέση με τη βλάβη που προκλήθηκε και περιλαμβάνουν την άποψη όσων υπέστησαν τη βλάβη αυτή» ενώ μπορούν να αφορούν την αφαίρεση προνομίων και το «να νιώσει κάποιος άβολα ή να χάσει την εξουσία που κατέχει, χωρίς να του στερηθούν όμως οι συνθήκες για να ζήσει» (Kaba, 2021, σελ. 137). Η δυνατότητα επούλωσης των κακοποιητών είναι ένα ζήτημα που επανεμφανίζεται συχνά στους φεμινισμούς της κατάργησης και αυτό διότι, κάτω από το πρίσμα της μεταμορφωτικής δικαιοσύνης, η σχέση κακοποιητή και επιζώσας τοποθετείται στο πλέγμα των κοινωνικών δομών, επισημαίνοντας πως η έμφυλη βία δεν είναι κάτι το έμφυτο και πως η ριζική συστημική αλλαγή είναι προϋπόθεση για τη μεταμόρφωση και την επούλωση των έμφυλων σχέσεων. Μάλιστα, η μετατόπιση της συλλογικής αντίληψης για τη δικαιοσύνη από την τιμωρία στη δυνατότητα μετασχηματισμού και οι δύσκολες συζητήσεις που μια τέτοια διαδικασία επιφέρει είναι απαραίτητες για το φεμινιστικό καταργητικό κίνημα (Kaba, 2021). Σύμφωνα με τη Mariame Kaba, «το να μπερδεύουμε τη συναισθηματική ικανοποίηση με τη δικαιοσύνη δεν είναι καταργητικό» (στο ίδιο, σελ.133). Ενώ η επιθυμία για εκδίκηση εντός μιας ανεξέλεγκτα άδικης και βίαιης κοινωνίας είναι κάτι απολύτως κατανοητό, όπως χαρακτηριστικά έχει γράψει: «η κατάργηση δεν έχει να κάνει με τα γαμοσυναισθήματά σου» (στο ίδιο, σελ. 152). Ο ισχυρισμός αυτός δεν ισοδυναμεί με άρνηση ή υποτίμηση του συναισθήματος, αλλά προεικονίζει μια διαφορετική διαχείριση αυτού από εκείνη του φυλακικού κράτους· μια συνθήκη δηλαδή στην οποία όλα τα συναισθήματα μπορούν να βιωθούν, να εκφραστούν και να διοχετευτούν σε έναν ασφαλή χώρο, χωρίς να εργαλειοποιούνται προς μια καταστροφική, τιμωρητική αντιδραστικότητα. Η οπτική της Kaba γύρω από το συναίσθημα μοιράζεται αρκετά κοινά με αυτή της Patrisse Cullors, η οποία στο βιβλίο της An Abolitionist’s Handbook θέτει την απόκριση αντί της αντίδρασης ως βήμα καταργητικής πρακτικής στην καθημερινότητα (σελ. 49). Σύμφωνα με την Cullors και την Kaba, η συνειδητή απόκριση αντί της αντίδρασης δεν μπορεί να πραγματωθεί αν δεν επιτρέψουμε στις εαυτές μας να αισθανθούν και να πάρουν τον απαραίτητο χρόνο που χρειάζονται για να βιώσουν όλα τα δύσκολα και επίπονα συναισθήματα (Cullors, 2022∙ Kaba, 2021): «στην πραγματικότητα χρειάζεται να είμαστε στο εδώ και το τώρα, να το διαχειριστούμε ολόκληρο. Τον φόβο, τον θυμό, τα αισθήματα εκδίκησης, το μπρος-πίσω στο να τους θες μια μέρα νεκρούς, την επόμενη να είσαι καλά. […] Γιατί το να επουλωθείς δεν είναι προορισμός. Είσαι συνεχώς στη διαδικασία. […] Δε σημαίνει ότι αυτό που βιώνεις δεν θα σε βοηθήσει προς την επούλωση. […] Αλλά ενώ είσαι σε αυτό, συχνά δεν μοιάζει καθόλου έτσι». Ο χώρος και ο χρόνος επεξεργασίας των συναισθημάτων, ο χρόνος για να βιωθεί το πένθος είναι στο επίκεντρο της επουλωτικής διαδικασίας της μεταμορφωτικής δικαιοσύνης, η οποία εμπεριέχει μια μετακίνηση γύρω από την αντίληψη της έννοιας του μετασχηματισμού ως γραμμική διαδικασία, αλλά και της ίδιας της βλάβης. Όπως υποστηρίζει η brown (2020), χρειάζεται «να δούμε τις ατομικές προκλήσεις βλάβης ως συμπτώματα της συστημικής βίας, και να κάνουμε ό,τι μπορούμε συλλογικά για να διαλύσουμε τα συστήματα αυτά και να ελευθερώσουμε όσες/α/ους περισσότερες/α/ους από εμάς» (κεφ. Unthinkable Thoughts). Με άλλα λόγια, για την πραγματοποίηση κοινωνικών αλλαγών απαιτείται η απομάθηση των τρόπων με τους οποίους έχουμε διδαχθεί να ερμηνεύουμε και να αισθανόμαστε ασφάλεια και προστασία και «να ανασκάψουμε το πώς η λευκή κυριαρχία, η ετεροκανονικότητα και άλλες καταπιέσεις έχουν κεντρική θέση στους φόβους μας» (Jackson και Meiners, 2021, σελ. 272). Κάτι παρόμοιο εντοπίζει και η Angela Y. Davis στο συλλογικό φαντασιακό του ρατσισμού, χαρακτηρίζοντάς το ως «ολίσθηση σε ένα συγκεκριμένο είδος παλινδρόμησης, ένα είδος νηπίωσης» μέσω της απλοποίησης των πολιτικών ζητημάτων από τον κυβερνητικό λόγο και την τυφλή παράδοση στο συναίσθημα. Όπως επισημαίνει: «δεν προτείνω ότι το συναίσθημα πρέπει πάντα να δίνει χώρο στη λογική, αλλά λέω ότι χρειάζεται να αναγνωρίζουμε τη διαφορά» (Davis, 2005, κεφ. 4). Η διαφορά αυτή ίσως έγκειται στον τρόπο με τον οποίο το συναίσθημα μένει παρόν στα κοινωνικά ερωτήματα και τους αγώνες με τρόπο τέτοιο που δεν τα αποπολιτικοποιεί, δεν τα απονευρώνει και δεν τα αφήνει να παραδοθούν στο τραύμα το οποίο λειτουργεί ως απόσπαση της προσοχής μας (Blackwell, 2022) από τα ριζικά προβλήματα, αναπαράγοντας έτσι ενίοτε το μοντέλο του εκδικητικού, φυλακικού κράτους.

Δεν μπορούμε να μιλάμε για επούλωση του τραύματος και ριζοσπαστική συμπόνια, αν δεν ενεργοποιήσουμε τη φαντασία μας ως προς αυτά πέρα των καταναλωτικών, εμπορευματοποιημένων πλαισίων που έχουμε συνηθίσει, αν δεν εντάξουμε ενεργά στην προεικονιστική πολιτική της κατάργησης τη δυνατότητα πρόσβασης στην ψυχική υγεία και την ψυχοθεραπεία χωρίς οικονομικό αντίτιμο, αν δεν συζητήσουμε για μια δωρεάν, ολιστική εκπαίδευση, αν δεν αναγνωρίσουμε στην επανορθωτική και τη μεταμορφωτική δικαιοσύνη έναν δρόμο απεύθυνσης του ατομικού και συλλογικού τραύματος που πραγματώνεται πέραν των αποκλεισμών που παράγει το ιατρικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα. Και έτσι να διεκδικήσουμε τη θεραπεία των σωμάτων μας μέσω της απόλαυσης και της συμμετοχής μας σε μορφές συλλογικής επούλωσης που μας έχουν στερηθεί, όπως είναι η χαρά της ίδιας της κοινότητας, η (αυτο)φροντίδα, η καλλιτεχνική δημιουργία. «Αυτό που ενσωματώνουμε, αυτό είναι η πεποίθησή μας» λέει ο Prentis Hemphill (Blackwell, 2022). Πιστεύω πως η ανάκτηση της εσωτερικής δύναμης μέσω του σώματος και της ενεργοποίησής του σε μορφές δημιουργίας μπορεί να είναι ιδιαίτερα επουλωτική, τόσο για τη σχέση με την εαυτή μας όσο και για τη σχέση μας με τους άλλους. Έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς διάφορες μέθοδοι όπως το ψυχόδραμα και το κοινωνιόδραμα που συνδυάζουν την εκδραμάτιση με τον αυθορμητισμό και την ψυχοθεραπεία μπορούν πιθανώς να προσφέρουν πολύ χρήσιμα εργαλεία στο πεδίο της διαμεσολάβησης για την επανορθωτική και τη μετασχηματιστική δικαιοσύνη, μέσω της καλλιέργειας της ενσυναίσθησης (Stouraiti, 2021, σσ. 128-139) όταν γίνονται σε ένα ασφαλές και καλά ενημερωμένο πλαίσιο. Το ίδιο ισχύει για όλες τις μορφές τέχνης, όπως για παράδειγμα τα εικαστικά και τις δυνατότητες που αυτά προσφέρουν μέσω της απελευθέρωσης της φαντασίας, της εξοικείωσης με τον πειραματισμό και το ανοίκειο. Πώς, δηλαδή, μέσω των υλικών πραγματώνεται μια εξέλιξη η οποία διαπερνά την επουλωτική διαδικασία «γιατί κάποιος αφήνεται, λερώνεται, έρχεται σε επαφή με διαφορετικά υλικά από αυτά που νομίζει ότι τον καθρεφτίζουν, ανοίγεται, εμπιστεύεται», σύμφωνα με την art therapist Χρυσούλα Πλακιώτη (προσωπική επικοινωνία, 19 Νοεμβρίου 2022). Και όλο αυτό δεν συμβαίνει με αισθητικά κριτήρια, αλλά έχοντας στο επίκεντρο το άτομο πίσω από τη διαδικασία και τον τρόπο εμπλοκής και δέσμευσής του με αυτή. Ίσως εδώ θα μπορούσε να αναπτυχθεί μια περαιτέρω σύνδεση με τον όρο «καταργητική φεμινιστική αισθητική» (Davis, Gent, Meiners και Richie, 2022, Introduction) και τη σχέση του με την τέχνη ως εργαλείο προεικονιστικών συνθηκών. Τη σχέση μας με την τέχνη, δηλαδή, ως κομμάτι αναπόσπαστο της ανθρώπινης υπόστασης μέσω της αποσύνδεσής της από τα ταξικά προνόμια, την εμπορευματοποίηση και τον ικανοτισμό, και της ενσωμάτωσής της στη ζωή ως μια επαναληπτική και διευρυμένη διαδικασία καταργητισμού, συνεργασίας, εμπιστοσύνης, παιχνιδιού, φαντασίας, πειραματισμού και ενδυνάμωσης.

Θυμάμαι μερικούς στίχους από ένα ποίημα του Harry Josephine Giles με τίτλο «Abolish the Police» που ξεκινάει ως εξής: «Το φεγγάρι κάνει τα ποιητικά του και έτσι διαλύει την αστυνομία», ενώ ένας άλλος στίχος πιο κάτω λέει: «προτού συνεχίσουμε  πρέπει να δεχτούμε ότι το “Καταργείστε την Αστυνομία” δεν είναι μεταφορά […] Η αστυνομία δεν είναι μεταφορά: είναι η γροθιά του κράτους» (Giles, 2020, σελ. 139). Θέλω να πω πως η κατάργηση δεν είναι μεταφορά, / το φεγγάρι δεν είναι μεταφορά, / η επούλωση δεν είναι μεταφορά, / η μεταμόρφωση δεν είναι μεταφορά και / τίποτα από όλα αυτά δεν λειτουργεί ως αλληγορία. Οι κόσμοι μας δεν είναι μεταφορά∙ είναι όλες οι δυνατότητες και τα φεγγάρια που μπορούμε να ενσωματώσουμε.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ελληνόγλωσση

Καραστάθη, Ά. (2018). «Η ατμοσφαιρικότητα της βίας υπό συνθήκες συνυφασμένων κρίσεων», Feministiqa, 1, σσ. 6-15.

Ξενόγλωσση

Bhandar, B., & Ziadah, R. (2020). Introduction. Στο Revolutionary feminisms: Conversations on collective action and radical thought. Verso.

Blackwell, A. G. (30 Ιουνίου 2022). Radical healing with Prentis Hemphill. Radical Healing, Season 4, Episode 1. Ανακτήθηκε 1/9/2022 από https://www.policylink.org/episodes/radical-healing.

brown, a. m. (2020). We will not cancel us: And other dreams of transformative justice. AK Press.

brown, a. m., Brown, A., Dixon, E., & Piepzna-Samarasinha, L. L. (2021). Survival as transformative justice: “Live and work and be free and heal”. Yes Magazine, The Solving Plastic Issue: Culture Shift. Ανακτήθηκε 1/9/2022 από https://www.yesmagazine.org/issue/solving-plastic/2021/05/10/transformative-justice-live-work-be-free-heal.

brown, a. m., Gent, G., Han, S., & Shange, S. [UC Santa Cruz Arts, Lectures and Entertainment] (2021, May 12). Visualizing abolition: Futures [Video]. Youtube. Ανακτήθηκε 1/9/2022 από https://www.youtube.com/watch?v=i5OYwqw1rIk.

Cullors, P. (2022). An abolitionist’s handbook: 12 steps to changing yourself and the world. St. Martin’s Press.

Davis, A. (2003). Are prisons obsolete?. Seven Stories Press.

Davis, A. (2005). Abolition democracy: Beyond empire, prisons and torture. Seven Stories Press.

Davis, A. Y., Gent, G., Meiners, E. R., & Richie, B. E. (2022). Abolition. Feminism. Now.  Penguin, 2022.

Dillon, S. (2022). I must Become a menace to my enemies: Black feminism, vengeance, and the futures of abolition, GLQ: A Journal of Lesbian and Gay Studies, 28(2), 185.

Giles, H. G. (2020). Abolish the police. Στο Abi-Karam, Α. & Gabriel, K. (επιμ.), We want it all: An anthology of radical trans poetics (σσ. 139-143). Nightboat.

Jackson, J. L., & Meiners, E. R. (2011). Fear and loathing: Public feelings in antiprison work, WSQ: Women’s Studies Quarterly, 39(1/2), 272.

Kaba, M. (2021). We do this ‘Till we free us”: Abolitionist organizing and transforming justice. Haymarket Books.

Maté, G. (2022). The myth of normal: Trauma, illness and healing in a toxic culture. Avery Publishing.

Stouraiti, A. (2021). The use of psychodrama in mediation training, Mediares, 1, 128-139. https://www.mediaresrivista.it/wp-content/uploads/2021/08/psychodrama-stouraiti.pdf

*Κατερίνα Στάμου

Η Κατερίνα Στάμου είναι ανεξάρτητη επιμελήτρια και υποψήφια διδακτόρισσα στο τμήμα Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Αντικείμενο της έρευνάς της αποτελούν οι επανορθωτικές (reparative) πρακτικές στη διασταύρωση τέχνης, κοινότητας και κοινωνικής αλλαγής.

ΠΗΓΗ: https://feministiqa.net/feminismoi-katargisis-kosmoi-pou-den-epanatravmatizoun/

Join the sexolution: Για συμμετοχή στο sexpositive.gr κάνε κλικ εδώ

ΑΓΟΡΙΑ ΣΕ ΚΙΝΔΥΝΟ: Πως η κατασκευή της στερεοτυπικής αρρενωπότητας βλάπτει τους άνδρες

ΑΓΟΡΙΑ ΣΕ ΚΙΝΔΥΝΟ: Πως η κατασκευή της στερεοτυπικής αρρενωπότητας βλάπτει τους άνδρες 640 853 positiv

Photo by Jon Tyson on Unsplash

Ειρήνη Γεωργή*

Έχω κάνει αποστολή της ζωής μου το να μιλάω στους άντρες για φεμινισμό. Κοίτα να δεις όμως τι γίνεται. Το πρόβλημα είναι ότι οι άντρες δεν ακούν τις γυναίκες, πόσο μάλλον όταν οι γυναίκες τους μιλάνε για φεμινισμό. Το πρόβλημα είναι ότι οι άντρες ακούν άλλους άντρες. Και ξέρεις τι είδους άντρες μιλάνε στους άλλους άντρες; Θα σου πω.

Πιθανότατα ξέρεις τον Jordan Peterson. Εκείνον τον ωραίο ασπρομάλλη που σε μια άλλη ζωή μπορεί να τον έλεγες ντάντι, που είναι χαρισματικός όταν μιλάει, και κάποτε ίσως έβγαζε κάπως νόημα, παρόλο που ήταν τρομερά επιλεκτικός στις έρευνες που χρησιμοποιούσε για να στηρίξει τα επιχειρήματά του. Γενικά λατρεύει να μιλάει για τις βιολογικές διαφορές των φύλων και άλλα τέτοια που λένε οι μπαρμπάδες της ηλικίας του, αλλά εδώ και χρόνια το ‘χει χάσει και πραγματικά σχεδόν ανησυχώ γι’ αυτόν. (Δηλαδή πρέπει να λύσεις τα θέματά σου με τη μαμά και τη γιαγιά σου, κάνε θεραπεία, δεν γίνεται να κλαις συνέχεια μπροστά στον φακό, ούτε εγώ δεν κλαίω τόσο όταν μιλάω για ιστορίες βιασμών εκατοντάδων γυναικών, κάπου έλεος λοιπόν).

Ο Τζόρνταν δεν ξέρω αν όντως το ‘χει χάσει ή αν το κάνει γιατί κάθε φορά που κλαίει στην κάμερα σκουπίζει τα δάκρυά του με πεντακοσιοδόλαρα ή για έναν λόγο τελείως διαφορετικό. Πιθανολογώ ότι μπορεί να ανήκει στην κατηγορία εκείνων που ξεκίνησαν την ονλάιν καριέρα τους σχετικά μετριοπαθώς, και σταδιακά έγιναν radicalized από το ίδιο τους το κοινό. Ναι, η ριζοσπαστικοποίηση δεν συμβαίνει μόνο από τον creator προς το κοινό, συμβαίνει και αντίστροφα και είναι ένα πάρα πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο που σε έναν μικρούλη βαθμό συνέβη και σε μένα. (Αριστερώθηκα. Προφανώς).

Στη manosphere (αντρόσφαιρα), συγκεκριμένα, πολλοί ξεκίνησαν ας πούμε ως fitness coaches που μιλούσαν για σκουότς και πρωτεϊνούλα, και εξαιτίας του κοινού που διψούσε για έτζι περιεχόμενο, το γύρισαν σε μισογυνισμό, αλτ ραϊτισμό και ματσίλα.

Όλο ευθεία μέχρι Andrew Tate γωνία. Ο οποίος έλεγε ξεκάθαρα να βιάζετε γυναίκες για να τις βάζετε στη θέση τους, και δεν έμενε μόνο στα λόγια ο άνθρωπος, ζούσε ό,τι δίδασκε, μάλιστα είχε και μπίζνα τράφικινιγκ. Αυθεντικός.

Ο Τέιτ είχε τεράστια επιρροή αλλά πλέον δεν υπάρχει στο ίντερνετ. Τον είχαν κόψει από παντού εκτός από μια σύντομη επανεμφάνιση στο Τουίτερ, στο οποίο εξαιτίας της ιδιοφυΐας Elon Musk, ο λογαριασμός του είχε επανεγκαθιδρυθεί, αλλά έντερ Greta Thunberg ως από μηχανής θεά, που τον έστειλε φυλακή.

Όμως ο Τέιτ είναι η κορυφή του παγόβουνου. Υπάρχουν άπειροι εκεί έξω που θέλουν να γίνουν Τέιτ στη θέση του Τέιτ, και κάνουν ό,τι μπορούν για να το πετύχουν, διότι ξέρουν ότι υπάρχει κενό στην αγορά και έχουν τρέξει να το γεμίσουν.

Και έχει γεμίσει το Tiktok με επίδοξους Τέιτερζ (δεν ξέρω αν υπάρχει η λέξη), που λένε σε δεκαπεντάχρονα να γίνουν άντρες, να παίρνουν στεροειδή για να φουσκώσουν, να μην γκρινιάζουν, να μην κάνουν σαν λιτλ μπίτσεζ, να μάθουν να βγάζουν λεφτά ονλάιν, (με κομπίνες σε δωδεκάχρονα μάλλον), να επενδύουν σε κρύπτο, κι ότι αν έχουν πατήσει τα είκοσι, δεν αξίζουν τίποτα αν δεν έχουν κώλο (έτσι σκέτο, να ίπταται στο πλάνο) και λάμπο. Όπου το «λάμπο» δεν είναι άνορθόγραφη Αννούλα, είναι Λαμποργκίνι. Τα εικοσάχρονα. Λαμποργκίνι.

Οι Τέιτερζ ξεφυτρώνουν στα σόσιαλ σαν ντικ πικς στα μέσατζ ρικουέστς κοπέλας με φωτό προφίλ με μαγιό, και μιλάνε συνέχεια για το τι σημαίνει να είσαι άντρας, που στην κοσμοθεωρία τους είναι να είσαι gym bro, να βγάζεις πολλά λεφτά, να μην μιλάς για συναισθήματα και άλλα τέτοια γλυκερά, να είσαι συνέχεια θυμωμένος και να βλέπεις τις γυναίκες σαν τρύπες, εκτός κι αν έχει φτάσει η ώρα να τους κάνεις παιδιά. (Που και τότε δεν θα είναι αληθινοί άνθρωποι, αλλά ρομπότ φροντίδας, μαγειρέματος, σεξ και νοικοκυριού φυσικά).

Οι Τέιτερζ είναι αμέτρητοι και γίνονται ίνφλουενσερς που πραγματικά επηρεάζουν εκατομμύρια εφήβους που βλέπουν ένα βίντεο αρχικά, και μετά τους βγαίνει κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο, μέχρι που τα πιστεύουν όλα και προσαρμόζουν την ιδέα της πραγματικότητας μέσα από τα παραμορφωμένα φίλτρα αυτού που ονομάζουμε προβληματική αρρενωπότητα.

Οι άντρες και ειδικότερα οι νεαροί άντρες, έχουν τεράστια ανάγκη από καθοδήγηση. Αναζητούν απελπισμένα καθοδήγηση από σχεδόν οποιονδήποτε, που να τους βοηθήσει να βγάλουν νόημα από έναν κόσμο που αλλάζει, από έναν κόσμο όπου αυτά που τους έμαθαν παιδιά, φαίνονται να μην ισχύουν πια. Έζησαν ένα κίνημα MeToo και είδαν τις γυναίκες θυμωμένες, και η άμεση αντίδρασή τους ήταν “not all men”, δηλαδή αμυντική, αλλά αυτό πια δεν αρκεί.


Πώς τολμάνε να είναι θυμωμένες, αφού έχουν όλα τα προνόμια μαζί; Όλοι έχουν τις γυναίκες μην βρέξει και μην στάξει, είδες ποτέ γυναίκα σε δουλειά χειρωνακτική; Άσε που δεν πάνε στον πόλεμο και που αυτές σώζουν πρώτες αν το πλοίο βυθιστεί. Αλλά το χειρότερο απ’ όλα, αυτές οι κάρχιες στερούν το σεξ στα καλά παιδιά, μια και καμιά δεν δέχεται μαζί μου να πηδηχτεί. Με ποιο δικαίωμα κυρά μου λες όχι σε ένα καλό παιδί;

Και λένε κάτι μπούρδες για πατριαρχία, (λες και ειδικά στην Ελλάδα που πέφτει παντόφλα, δεν έχουμε μητριαρχία), λένε ότι υπάρχει κουλτούρα βιασμού, λες και δεν καταδικάζουμε όλοι τον βιασμό, λένε ότι δεν τους αρέσει να τους μιλάνε στον δρόμο, τότε γιατί το φόρεσες μωρή το μίνι; Κι από πάνω λένε ότι τα φύλα δεν είναι δύο, μιλάμε το ‘χουν χάσει τελείως.

Λένε ότι η αρρενωπότητα είναι «τοξική» και κάνουν ότι γουστάρουν κάτι αγοράκια που δεν τα λες και πολύ αγοράκια, βουτυρομπεμπέδες, φλώροι, που μιλάνε για τα συναισθήματά τους και δεν ντρέπονται και να κλάψουν, μπέτα simp λουλούδες του καναπέ, μαλακοί και μαλθακοί, που δεν θα γίνουν ποτέ άντρες σωστοί.

Γιατί οι άντρες οι αυθεντικοί δεν είναι έτσι. Είναι σκληροί. Δυνατοί. Ανθεκτικοί. Δεν χρειάζεται να μιλάνε πολύ. Είναι άλφα. Κυρίαρχοι. Αυτοί είναι οι άντρες που κερδίζουν στη ζωή. Όλα τα άλλα είναι ψέματα και προπαγάνδα, για μια νέα τάξη πραγμάτων που οι άντρες θα χάσουν τα δικαιώματά τους, τα κεκτημένα τους δηλαδή, και θα ευνουχίζονται από παιδιά, μεγαλώνοντας σαν κοριτσάκια, μην τυχόν και εκφράσουν την αληθινή τους αντρική φύση, τη βιολογική. Οτιδήποτε woke προσπαθούν να μας πουλήσουν, ανήκει στο Σχέδιό τους, και ο άντρας ο αληθινός οφείλει να αντισταθεί.


Και αντιστέκονται φυσικά. Αντιστέκονται στρεφόμενοι στον νεοσυντηρητισμό, δηλαδή στον αλτ ραϊτισμό, δηλαδή στη δεξιά και στον μισογυνισμό. Θέλουν απεγνωσμένα να ανήκουν και να αισθανθούν ότι ταιριάζουν σε μια κοινωνία που αλλάζει με ρυθμό καταιγιστικό, και που οι προοδευτικοί γελάνε στα μούτρα τους και τους λένε αμόρφωτους και πρωτόγονους. Τους μένει μόνο το μίσος και η αντίδραση σε κάθε τι προοδευτικό. Κοροϊδεύουν με τη σειρά τους και βρίζουν τον προοδευτισμό, γιατί είναι ο μόνος τρόπος να ξορκίσουν τον φόβο και την απειλή ότι κανείς πια δεν έχει ανάγκη αυτό που εκείνοι είναι, το μόνο πράγμα που τους έμαθαν να είναι. Γιατί η αρρενωπότητα που νομίζουν ότι είναι αυθεντική, είναι μια ύπουλη κοινωνική κατασκευή.

Δεν ξέρω πόσοι Έλληνες Τέιτερζ υπάρχουν αλλά ξέρω ότι η τάση δεν είναι μόνο στο εξωτερικό. Το τι σχόλια έχω στο Tiktok είναι αποκαρδιωτικό. Και τα διαβάζω με ένα ενδιαφέρον κοινωνιολογικό και ανθρωπολογικό, με λένε «νεοταξίτισσα» μεταξύ πολλών κοσμητικών επιθέτων ως τον υπέρτατο χλευασμό, και αυτό που με θλίβει είναι ότι θα μπορούσαμε να μιλάμε για πολύ πιο σύνθετες έννοιες, να ανέβουμε επίπεδα και να αναλύουμε την Barbie και το beauty culture από σκοπιά μεταφεμινιστική και καπιταλιστική, να επαναπροσδιορίσουμε την αρρενωπότητα και να αποδομήσουμε το αντρικό βίωμα σε μια εποχή που η αυταπάτη της πατριαρχίας ως λογική δομή της κοινωνίας έχει κλονιστεί. Αλλά όχι. Ακόμα, το να αναφέρεις τη λέξη «γυναικοκτονία» ή το να πεις ότι ένα αστείο μπορεί να είναι σεξιστικό, σε κάνει φεμιναζί. Ειλικρινά, μου λείπει ο διάλογος που θα μπορούσαμε να είχαμε μαζί.

Η αρρενωπότητα περνάει κρίση και δεν έχουμε αρκετά θετικά πρότυπα της εξελιγμένης αρρενωπότητας. Ξέρεις τι έχουμε; Έχουμε τον Bedros Keuilian. Έναν φουσκωτό Ρωσοαμερικάνο εντρεπρενέρ που έχει χτίσει μια αυτοκρατορία που βασίζεται στην ανάγκη εκατοντάδων χιλιάδων αντρών να ανήκουν, και να επανακτίσουν την αίσθηση ότι η αρρενωπότητα που ξέρουν έχει αξία. Ο Μπέντρος προσφέρει πάρα πολλές υπηρεσίες, έχει γράψει και το βιβλίο Man Up (Γίνε Άντρας), αλλά η πιο γνωστή απ’ όλες είναι το Modern Day Knight Project, (Σύγχρονος Ιππότης), που πίστεψέ με, δεν έχει καμία σχέση με ρομάντζο ούτε μαγεία.

Το MDK πρότζεκτ είναι ένα bootcamp πρόγραμμα 75 ωρών για τα υπέρτατα άλφα μέιλς. Ο Μπέντρος λέει «κάποιοι θα το έλεγαν βασανιστήριο, αλλά εγώ το λέω ευκαιρία». Πάνε άντρες και πληρώνουν λεφτά για να τους έχουν κάτι τύποι με μούσκουλα και πούρα τρεις μέρες να κυλιούνται στη λάσπη (πάρα πολλή λάσπη), πάνω σε σύρματα και σε πέτρες, να κάνουν πεζοπορίες σε βουνά φορτωμένοι εξοπλισμό, να κυλιούνται ξανά για μεγάλες αποστάσεις, να τους κάνουν bullying, να τους ουρλιάζουν στα μούτρα και να τους κάνουν καψόνια στρατού, να μην τους αφήνουν να κοιμηθούν, να τους βάζουν να κάνουν ασκήσεις που προσομοιάζουν την εβδομάδα κόλασης (Hell Week) των Navy Seals για την οποία κανείς τους δεν έχει προπονηθεί, να τους πνίγουν σχεδόν με μάνικες νερό στη μούρη, μέχρι και να τους βάζουν να σκάψουν τον ίδιο τους τον τάφο και να μπαίνουν μέσα, για να μην μπορούν να αναπνεύσουν. Ένας άντρας πέθανε την 5η φορά που πραγματοποιήθηκε το πρόγραμμα. Εννοείται όλοι έχουν υπογράψει ότι το πρόγραμμα δεν έχει καμία ευθύνη για ό,τι συμβεί.

Ξέρεις πόσα πληρώνουν για το προνόμιο να κάνουν το MDK πρότζεκτ; Δεκαοκτώ χιλιάδες δολάρια ($18,000).

Αν ήθελα να γελάσω, θα έλεγα ότι αυτή είναι η πιο γκέι κραυγή βοήθειας που έχω δει ποτέ, να πληρώνεις για να είσαι τρεις μέρες βρεγμένος μέσα σε χαντάκια δίπλα σε άλλους άντρες που αγκομαχάνε, αυτή είναι η μόνη θεωρία δύο άκρων που ασπάζομαι, γιατί αλλιώς καλύτερα πλήρωσε ντομινατρίξ να στα κάνει αυτά, θα σου έρθει πιο φτηνά και στο τέλος άμα θέλεις θα κάνεις και σεξ, αλλά νομίζω ότι δεν σε νοιάζει αυτό τελικά.

Όμως δεν είναι καθόλου αστείο. Αυτό που είναι το λιγότερο αστείο απ’ όλα, είναι ότι έχουν φτιάξει και το Squire πρόγραμμα για έφηβα αγόρια, από 13-14 χρονών. Στέλνουν τα αγοράκια μαζί με τους πατεράδες, ώστε τα αγοράκια να γίνουν «άντρες». (Γιατί τα δεδομένα τραύματα της παιδικής ηλικίας δεν είναι αρκετά, οπότε ας προσθέσουμε μερικά). Στα πλεονεκτήματα μάλιστα του προγράμματος αναφέρεται το ότι «δεν θα φέρεται πια σαν παιδί». Το αφήγημα είναι ανατριχιαστικά ακριβές από την ανάποδη. Ότι η κοινωνία θέλει τα αγόρια αδύναμα και μαλθακά και το Χόλιγουντ προβάλλει το πρότυπο του υποτακτικού λούζερ, και πρέπει να προστατεύσεις τον γιο σου από τη θηλυκοποίηση που θέλουν *αυτοί*.

«Αυτοί» είμαστε εμείς που θέλουμε τα παιδιά να είναι παιδιά. Αυτοί είμαστε εμείς που θέλουμε οι άντρες να είναι ολόκληροι άνθρωποι και όχι μισοί. Γιατί η πατριαρχία έχει τραβήξει πάνω στην ανθρώπινη υπόσταση μια κάθετη γραμμή, κι έχει πει από δω είναι τα αρρενωπά χαρακτηριστικά, δύναμη, αντοχή, προστασία, λογική, κι από δω τα θηλυκά, γλυκύτητα, φροντίδα, επικοινωνία, συναίσθημα. Αλλά οι γυναίκες επιτρέπεται να δανειστούν λίγο από τα αρρενωπά, γιατί το να είσαι «αντράκι» είναι θετικό, ενώ το να θες οτιδήποτε θηλυκό, είναι ντροπιαστικό.

Το ζητούμενο δεν είναι να είσαι άντρας σε επαφή με τη «θηλυκή σου πλευρά». Δεν υπάρχει πλευρά θηλυκή κι αρσενική. Το ζητούμενο είναι να είμαστε ολόκληροι άνθρωποι, να ζούμε όλο το φάσμα της ανθρωπινότητας, αλλιώς καταδικάζουμε τον εαυτό μας σε αυτό-ακρωτηριασμό και φυλακή. Η στερεοτυπική αρρενωπότητα θέλει τους άντρες να ζουν μισή ζωή.

Πρέπει να προστατεύσουμε τα αγόρια μας. Τα κορίτσια μπορεί να κινδυνεύουν από τα πρότυπα ομορφιάς του ίνσταγκραμ και του Tiktok, στην ολιγαρχία της προσδοκούμενης θηλυκότητας, αλλά τα αγόρια κινδυνεύουν να χάσουν την ίδια τους την ανθρώπινη διάσταση, στον βωμό της αρρενωπότητας

*Η Ειρήνη Γεωργή είναι σύμβουλος dating και συγγραφέας του βιβλίου “Αυτός που θέλουν οι γυναίκες, οδηγός dating για άντρες από μια φεμινίστρια”. Μπορείς να τη βρεις στο irinigeorgi.com  Την ευχαριστούμε θερμά για την παραχώρηση του κειμένου!

Join the sexolution: Για συμμετοχή στο sexpositive.gr κάνε κλικ εδώ

 

Sian Norris: Ποιος Χρηματοδοτεί το Κίνημα Κατά των Αμβλώσεων στην Ευρώπη;

Sian Norris: Ποιος Χρηματοδοτεί το Κίνημα Κατά των Αμβλώσεων στην Ευρώπη; 1485 1025 positiv

Sian Norris*

Υπάρχει η τάση όταν κοιτάμε την χρηματοδότηση ενάντια στα θέματα φύλου να τοποθετούμε την Ευρώπη ως θύμα κακόβουλων δυνάμεων στις ΗΠΑ και τη Ρωσία. Πρόκειται για κάτι απόλυτα ανακριβές. Παρακαλώ πολύ, όσον αφορά το ζήτημα της συγκέντρωσης χρημάτων για την απαγόρευση της άμβλωσης, η Ευρώπη τα καταφέρνει πολύ καλά από μόνη της! Ως ιδρυτής και διευθυντής του Φόρουμ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα Σεξουαλικά και Αναπαραγωγικά Δικαιώματα ο Neil Datta μου είπε, «Το κίνημα ενάντια στα έμφυλα δικαιώματα είναι λίγο πολύ εγχώριο φαινόμενο. Οι Αμερικάνοι έχουν σημαντικό ρόλο. Δεν είναι όμως απλά εξωτερική διείσδυση στους αθώους Ευρωπαίους που διαφορετικά θα ήταν υπέροχα προοδευτικοί».

Από τα 702 εκατομμύρια δολάρια που δαπανήθηκαν από πενήντα τέσσερα κινήματα ενάντια στα έμφυλα δικαιώματα μεταξύ του 2009 και του 2018, τα 437 εκατομμύρια συνολικά προέρχονταν μέσα από την Ευρώπη, σύμφωνα με την έρευνα που διεξάχθηκε από τον Datta. Οι χρηματοδότες αυτοί περιλαμβάνουν θρησκευτικά ιδρύματα, οικονομικές ελίτ όπως πλούσιους επιχειρηματίες, και ιδρύματα ιδρυμένα από αριστοκράτες. Επειδή μιλάμε για την Ευρώπη, οι αριστοκράτες αυτοί κατάγονται από οικογένειες που κάποτε κυβερνούσαν τη περιοχή – από τη δυναστεία των Αψβούργων ως τους απογόνους του Γερμανού Κάιζερ. Συναντιόνται στις συνόδους της Agenda Europe και στο ετήσιο Παγκόσμιο Κογκρέσο των Οικογενειών (World Congress of Families)· έχουν γραφεία στα κέντρα λήψεων πολιτικών αποφάσεων της περιοχής όπως σε Βρυξέλες και Γενεύη· και χρηματοδοτούν κόμματα που είναι εναντίον των έμφυλων δικαιωμάτων, ακτιβιστές, δημόσιες καμπάνιες και νομικές υποθέσεις.

Στη καρδιά της Ευρώπης το κίνημα εναντίον των έμφυλων δικαιωμάτων είναι η CitizenGO, μια οργάνωση που είναι δικτυωμένη με Αμερικάνικες, Λατινοαμερικάνικες και Αφρικανικές οργανώσεις όπως και ενδοευρωπαϊκά. Το να προσπαθήσουμε να βρούμε τους χρηματοδότες της CitizenGO μπορεί να μας βοηθήσει να χαρτογραφήσουμε τους υποστηρικτές άνδρες και γυναίκες στη περιοχή, χάρη στους οργανωτικούς δεσμούς της οργάνωσης με την Agenda Europe, το ισπανικό ακροδεξιό κόμμα Vox, την One of Us Initiative και τους σημαντικούς παράγοντες ενάντια στα έμφυλα δικαιώματα όπως οι Brian Brown και Alexey Komov στο Παγκόσμιο Κογκρέσο Οικογενειών.

Σε συνδυασμό με την Hazte Oir, η CitizenGO ξόδεψε συνολικά 32,7 εκατομμύρια δολάρια σε ακτιβισμό κατά των έμφυλων δικαιωμάτων μέσα στην Ευρώπη στο διάστημα από το 2009 ως το 2078. Το υλικό της αναφέρει πως «χρηματοδοτείται πλήρως από μικρές διαδικτυακές δωρεές που οργανώνονται από χιλιάδες πολίτες σε ολόκληρο το κόσμο». Το 2021 συγκέντρωσε 4,9 εκατομμύρια δολάρια από δωρητές – σχεδόν τα διπλά από το εισόδημα της το 2019 με 2,7 εκατομμύρια. Ο ιδρυτής της Ignacio Arsuaga υποστηρίζει πάντοτε πως ούτε η Hazte Oir ούτε και η CitizenGO παίρνει χρήματα από ομάδες στις ΗΠΑ καθώς το «99% του  ετήσιου προϋπολογισμού ύψους 1,9 εκατομμυρίων ευρώ της Hazte Oir προέρχεται από δωρεές Ισπανών πολιτών. Η CitizenGO συγκεντρώνει 30000 με 40000 ευρώ κάθε μήνα από 1.2 εκατομμύρια μέλη που έχει εγγράψει σε όλο το κόσμο από την δημιουργία της τον Οκτώβριο».

Η επιμονή της CitizenGO πως χρηματοδοτείται από τη βάση είναι σημαντική στη στρατηγική των εκστρατειών της, και για την κατανόηση εκ μέρους μας πως οι ακροδεξιές αντιρρήσεις στην άμβλωση εισέρχονται στη κεντρική σκηνή. Πρώτα η ιδέα πως το κίνημα κατά των αμβλώσεων χρηματοδοτείται με δωρεές των 5€ από απλούς υποστηρικτές στηρίζεται στην στρατηγική της Agenda Europe του να τοποθετεί το κίνημα κατά των έμφυλων δικαιωμάτων ως Δαβίδ απέναντι στο Γολιάθ της Βιομηχανίας Εκτρώσεων Α.Ε. – με την τελευταία να παρουσιάζεται ως καλά χρηματοδοτούμενος σατανικός κολοσσός αποφασισμένος να τσακίσει τις επιθυμίες των καλών θεοσεβούμενων αντιπάλων του.

Δεύτερο, με το να δείχνει χιλιάδες αν όχι εκατομμύρια μικρές μεμονωμένες δωρεές, η CitizenGO μπορεί να ισχυριστεί πως αντιπροσωπεύει τη σιωπηλή πλειοψηφία, υποστηρίζοντας πως η αντίθεση στην άμβλωση και τα δικαιώματα των LGBTIQ ατόμων είναι η τυπική άποψη, η οποία αγνοείται από τις υπέρ των αμβλώσεων ελίτ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και/ή των εθνικών κυβερνήσεων.

Η CitizenGO, ωστόσο, επωφελείται επίσης και από δωρεές των ελίτ. Ενώ είναι αλήθεια πως λαμβάνει πολλές μεμονωμένες δωρεές από το κοινό, έχει υποστηριχθεί επίσης από μεγάλες δωρεές από πλούσιους και με σημαντική επιρροή επιχειρηματίες. Ένα έγγραφο που διέρρευσε αποκάλυψε πως ο David Alvarez της Eulen έδωσε 20000€, ενώ ο Isidoro Alvarez, ιδρυτής της El Corte Ingles και η επιχειρηματίας Esther Koplowitz έδωσαν από 10000€. Δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από τον Neil Datta έδειξαν πως ο Juan-Miguel Villar Mir, μέλος της πέμπτης πιο πλούσιας οικογένειας της Ισπανίας είναι υποστηρικτής· περιλαμβάνει επίσης τον Jose Luis Bonet Ferrer, της οικογένειας πίσω από τη κρασιά Freixenet.

Επιπλέον, κάθε άλλο παρά προερχόμενη από τις πλατιές μάζες, η έρευνα που δημοσίευσε ο Neil Datta σε αναφορά με τίτλο Η Κορυφή του Παγόβουνου αποκάλυψε πως η CitizenGO συγκέντρωσε αρχικό κεφάλαιο 600.000 δολαρίων από «τη στήριξη γενναιόδωρων επιχειρηματιών και πολιτών». «Για να στήσεις τη τεχνολογική υποδομή για να έχεις την CitizenGO, αυτό χρειάστηκε ένα συγκεκριμένο πσοός χρημάτων για να πληρωθεί», εξήγησε ο Datta κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας. «Χρειάζεσαι πρώτα τη τεχνολογική υποδομή για να αρχίσεις να δημιουργείς αυτές τις αιτήσεις και μετά μπορείς να αρχίσεις να προσελκύεις χρήματα».

Το 2018, το γαλλικό τηλεοπτικό κανάλι Arte αποκάλυψε πως η CitizenGO είχε ξεκινήσει έρανο για να προσελκύσει πιθανούς χρηματοδότες. Ο Arsuaga μοίρασε ένα πλάνο δράσης που περιέγραφε τους σκοπούς του:

«Η CitizenGO θα δημιουργήσει κοινωνικό όφελος που πιστεύουμε πως θα επηρεάσει την ανθρώπινη ιστορία. Οι αμβλωτιστές, το ομοφυλοφιλικό λόμπι, οι ακραίοι εκοσμικευτές, και οι υπέρμαχοι της σχετικοποίησης θα βρεθούν πίσω από το φραγμό της CitizenGO. Η πλατφόρμα όχι μόνο θα καταδικάσει τους ελιγμούς ενάντια στην ελευθερία, αλλά και θα κινητοποιηθεί επίσης εναντίον της κοινής γνώμης σε χώρες σε όλο το κόσμο, και θα μπορέσουμε να επηρεάσουμε τις αποφάσεις πολιτικών και επιχειρηματιών».

«Αν ρίξεις μια ματιά σε ποιους έστειλε αυτές τις επιστολές… και μετά συγκρίνεις αυτό με τα μέλη γενικότερα», μου είπε ο Datta. «Υπάρχει αντιστοιχία – Brian Brown, Luca Volonte. Έγραψε επίσης σε κάποιους ανθρώπους στην Αγία Έδρα, αξιωματούχους του Βατικανού, ξέρουμε πως ένα από τα άτομα στο συμβούλιο που ονομάζεται Δρ. Garcia Jones τυχαίνει να είναι ο σύμβουλος ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Αγίας Έδρας στην Οργάνωση Αμερικάνικων Κρατών. Φαίνεται έτσι πως στάθηκε τυχερός πως σχεδόν κάθε δωρητής στον οποίο έγραψε να είναι υποστηρικτικός κατά κάποιο τρόπο». Ο Brian Brown είναι σημαντικός κρίκος της αλυσίδας εναντίον των έμφυλων δικαιωμάτων.

Η CitizenGo δέχεται συμβουλές «κάθε δυο μήνες πάνω κάτω» από έναν «σημαντικό ειδικό» στη χρηματοδότηση και τη τεχνολογία που «πληρώνεται από τον Brian Brown». Ο ειδικός ήταν ο Darian Rafie, συνεργάτης του Brown σε μια αμερικάνικη οργάνωση με το όνομα ActRight που αυτοπαρουσιάζεται ως «διαμεσολαβητής για τη δράση συντηρητικών», και που βοηθά συντηρητικές εκστρατείες  με συμβουλές πως να κάνουν συλλογή υπογραφών και άσκηση πίεσης μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

Μαζί με τη βοήθεια του Rafie, το openDemocracy ανέφερε πως φαίνεται πως «η ActRight πλήρωσε μισθούς για ένα υπάλληλο της CitizenGo το 2013, ισχυρισμό που ο Rafie δεν αρνείται σε σχολιασμό μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου». Η έρευνα από τον Neil Datta αποκάλυψε πως η CitizenGo είχε συμβόλαιο με την ActRight σχετικά την οικονομική στήριξη. Αναφέρει, «η ActRight θα στηρίξει την CitizenGo (μέλος της ActRight Global) με ένα ετήσιο ποσό 50 χιλιάδων δολαρίων Ηνωμένων Πολιτειών, μέσω άμεσης συνεισφοράς». Το συμβόλαιο επίσης επιβεβαιώνει πως «ο Brian Brown θα συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο της CitizenGo».

Το κίνημα κατά των έμφυλων δικαιωμάτων είναι διεθνές, είναι δικτυωμένο, και βασίζεται στο διεθνή πλούτο για να φέρει την εξτρεμιστική του ιδεολογία για τα γυναικεία σώματα στην καθημερινότητα. Μεγάλο μέρος του ακτιβισμού κατά των έμφυλων δικαιωμάτων στην Ευρώπη πληρώνεται από μεμονωμένα ιδρύματα, που συχνά συνδέονται με γνωστούς πολιτικούς, πλούσιους επιχειρηματίες, ή τους απογόνους της παλιάς αριστοκρατίας της Ευρώπης – που τουλάχιστον μερικοί από αυτούς έχουν ιστορικούς δεσμούς με το ναζιστικό, φασιστικό και φαλαγγιστικό καθεστώς του εικοστού αιώνα.

Και το Ίδρυμα για τις Οικογενειακές Αξίες (Stiftung für Familienwerte) και το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Οικογένειας έχουν σχέσεις με παλιά τζάκια. Το τελευταίο δημιουργήθηκε από το Κόμη Albrecht Graf von Brandenstein-Zeppelin, ενώ το Ίδρυμα Οικογενειακών αξιών χρηματοδοτήθηκε από μια σειρά από αριστοκράτες Γερμανούς. Μια ακόμη Γερμανίδα αριστοκράτισσα, η Πριγκίπισσα Gloria von Thurn und Taxis, δώρισε στο Παγκόσμιο Κογκρέσο Οικογενειών, και στήριξε τον ακροδεξιό πρώην σύμβουλο του Trump, με τα (αποτυχημένα) ευρωπαϊκά εγχειρήματα του.

Το ότι η ευρωπαϊκή ευγένεια θέλει να δαπανήσει τις προγονικές της περιουσίες σε καμπάνιες για την υπονόμευση των αναπαραγωγικών και σεξουαλικών ελευθεριών των γυναικών δεν αποτελεί έκπληξη: είναι μια δημογραφική ομάδα που επιθυμεί να αποκαταστήσει μια φυσική τάξη ριζωμένη στο φασιστικό μυθικό παρελθόν, όταν οι παλιές οικογένειες κυριαρχούσαν. εν τέλει, οι εύποροι χρηματοδότες του κινήματος κατά των έμφυλων δικαιωμάτων είναι εκείνοι που οι πρόγονοι τους κάποτε κυβερνούσαν την Ευρώπη – που είχαν τεράστια επιρροή πάνω στη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων και που θεωρούσαν τη γη και το πλούτο τους ως το ελέω θεού δικαίωμα τους.

Ακόμη και όταν η αριστοκρατική επιρροή εξασθενούσε μετά το 1ο ΠΠ, η παλιά αριστοκρατία εν μέρει προστατεύτηκε από το φασιστικό, ναζιστικό και φαλαγγιστικό καθεστώς. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ευφυΐα να καταλάβει κανείς γιατί η γαιοκτήμονες συντάσσονταν με την ακροδεξιά εναντίον σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών κινημάτων που σάρωναν ολόκληρη την Ευρώπη μετά τον 1ο ΠΠ. Αυτά ήταν τα κινήματα που ήθελαν να τελειώσουν την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα που πλούτισαν την αριστοκρατική τάξη.

Επιπλέον,  η περίοδος ακμής των αριστοκρατών ήταν μια εποχή ξέφρενης αποικιοκρατίας και ανεξέλεγκτου λευκού σοβινισμού. Οι αριστοκρατικές οικογένειες έκαναν το πλούτο τους από την εκμετάλλευση των άλλων· τους έλεγαν πως το δικαίωμα τους να το κάνουν προέρχονταν από το Θεό· και στη διάρκεια του ζενίθ τους η λευκή σοβινιστική κυριαρχία περνούσε δίχως αμφισβήτηση. Όσοι αμφισβητούσαν αυτή την ανισότητα υπέφεραν τις συνέπειες.

«Υπάρχουν αυτά τα ιδρύματα», μου είπε ο Datta. «Και όλα συνδέονται μεταξύ τους. Και χρηματοδοτούν διαφορετικά πράγματα. Αυτό σημαίνει πως έχουμε και στην Ευρώπη ένα οικοσύστημα παρόμοιο που είναι πολύ παρόμοιο με αυτό που η Jane Mayer περιέγραψε στις Ηνωμένες Πολιτείες με το βιβλίο της Dark Money. Έτσι δεν είμαστε πιο ενάρετοι από τους Αμερικάνους, έχουμε και εμείς αυτούς τους ανθρώπους».

Το γεγονός πως πλούσιοι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να ξοδέψουν τις περιουσίες τους στον εξτρεμισμό εναντίον των αμβλώσεων μας λέει κάτι ανησυχητικό για την κανονικοποίηση αυτής της ιδεολογίας: ο στόχος αυτός είναι πλέον διαστρεβλωμένος ως μια επένδυση που αξίζει με την πιθανότητα μελλοντικών κερδών.

*Απόσπασμα από το βιβλίο Bodies Under Siege: How the Far–Right Attack on Reproductive Rights Went Global (Verso, 2023) που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα των εκδόσεων VersoΗ Sian Norris είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος-ερευνήτρια και ακτιβίστρια. Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας

Πηγή: Sian Norris: Ποιος Χρηματοδοτεί το Κίνημα Κατά των Αμβλώσεων στην Ευρώπη; – null (wordpress.com)
Join the sexolution: Για συμμετοχή στο sexpositive.gr κάνε κλικ εδώ

 

Ταμπέλες: Μήπως δεν είναι και τόσο κακή ιδέα τελικά;

Ταμπέλες: Μήπως δεν είναι και τόσο κακή ιδέα τελικά; 1440 550 positiv

Έλλη Στούρνα*

Η τσέχα πρωταθλήτρια του Τέννις, Μαρτίνα Ναβρατίλοβα, είχε κάποτε δηλώσει: «Οι ταμπέλες ταιριάζουν στην αρχειοθέτηση. Οι ταμπέλες ταιριάζουν στα ρούχα. Οι ταμπέλες δεν ταιριάζουν στους ανθρώπους».

Είναι, όμως, πράγματι έτσι;

Δεν είναι λίγες οι φορές που έχω ακούσει κοντινούς μου ανθρώπους, καθώς και αναγνωρίσιμα πρόσωπα στο διαδίκτυο να δηλώνουν ότι σιχαίνονται τις ταμπέλες, ότι δεν τους/τις αντιπροσωπεύουν ή ότι τις θεωρούν περιττές και συχνά περιοριστικές.

Τι είναι, τελικά, αυτό που κάνει τις ταμπέλες να ακούγονται τόσο απωθητικές σε μία μεγάλη μερίδα ανθρώπων και γιατί είναι, κατά τη γνώμη μου, κρίμα να επικρατεί αυτή η θέαση;

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή: Εγώ, η γράφουσα, είμαι μία vegan, φεμινίστρια, queer, πτυχιούχος ιστορίας και φιλοσοφίας της επιστήμης, αρθρογράφος, co-founder της Vegan Life NGO, γατομαμά, γυναίκα, γεννημένη εξαρχειώτισσα που κατοικεί πλέον στο Παγκράτι, και πολλά πολλά ακόμη που, λιγότερο ή περισσότερο, αποτελούν ταμπέλες που με χαρακτηρίζουν.

Όλα αυτά είμαι εγώ αλλά συνάμα και άλλα τόσα που μπορεί να επιλέξω να μην μοιραστώ ποτέ, ή να επιλέξω να τα μοιραστώ κάποτε. Όλα όσα προανέφερα όμως είναι ταμπέλες και ταμπέλες που εγώ επέλεξα να τοποθετήσω, να μοιραστώ ή ακόμα και να δημιουργήσω. Συνάμα, όμως, είμαι και ένας άνθρωπος που τον ενοχλούν οι ταμπέλες. Πώς γίνεται αυτό;

Υποθεση ταμπέλες: Πότε ενοχλούν και πότε όχι; 

Δε θα σου πω όμως ψέματα. Τις ταμπέλες που με χαρακτηρίζουν θέλω να μπορώ να τις επιλέγω εγώ για μένα. Αν έρθεις, δηλαδή, εσύ που δεν με γνωρίζεις και πεις ότι είμαι οτιδήποτε που εγώ δεν νιώθω ότι το πρεσβεύω, είναι δεδομένο ότι δεν θα δεχτώ να μου φορέσεις μία άσχετη ταμπέλα απλώς και μόνο επειδή εσύ το θέλησες. Αυτός είναι ίσως ο πρώτος λόγος που οι περισσότεροι άνθρωποι μισούν τόσο πολύ τις ταμπέλες.

“Γιατί, μεγαλώνοντας στην κοινωνία αυτή που ζούμε, πολύ συχνά μας φοράνε από μικρά παιδιά κάθε είδους ταμπέλες που εμείς δεν επιλέξαμε”

«Η ωραία του σχολείου», «το φυτό», «η φλύαρη», «ο Αλβανός», «η ξανθιά», «η καλή μαθήτρια», «ο εκκεντρικός» και τόσα μα τόσα πολλά ακόμα. Είναι ταμπέλες που συχνά ακούμε για εμάς από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής μας.

Οι γονείς, η ευρύτερη οικογένεια, οι συμμαθήτριες και συμμαθητές, τα παιδιά της γειτονιάς, πολλές φορές μας παγιδεύουν μέσα σε δεσμευτικές ετικέτες τις οποίες μπορεί να προσπαθούμε ύστερα για χρόνια να τις βγάλουμε από πάνω μας. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως υπάρχει και η σχετική λαϊκή ρήση: «Καλύτερα να σου βγει το μάτι, παρά το όνομα».

“Το να βγάλεις από πάνω σου μία ταμπέλα που σου φορέθηκε με το ζόρι δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση”. 

Παρόλα αυτά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τις ταμπέλες δεν μπορούν να μας τις φορέσουν μόνο οι γύρω μας. Τις ταμπέλες μπορούμε κάλλιστα να τις φορέσουμε και εμείς σε εμάς, και αυτό είναι ίσως, η πιο απελευθερωτική πράξη.

ΤΑΜΠΕΛΕΣ/ ESTELLA

 

Από τότε που με θυμάμαι, αγαπούσα πολύ τις ταμπέλες. Οι ταμπέλες με έκαναν να νιώθω ότι ξέρω ποια είμαι – ή έστω ποια θέλω να είμαι. Οι ταμπέλες με βοηθούσαν να βρω τα άτομα που μου ταιριάζουν και να με κάνουν να νιώθω ότι ανήκω, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, σε διάφορες «οικογένειες» ανθρώπων που μοιράζονταν κοινή ταυτότητα με εμένα.

Δημόσια, η ταμπέλα που φέρω πάνω μου τα τελευταία χρόνια είναι αυτή της «vegan feminist witch». Η ταμπέλα αυτή έχει φέρει κοντά μου εκατοντάδες ανθρώπους και έχει ίσως απομακρύνει άλλους τόσους. Γιατί αυτή είναι, μεταξύ άλλων, μία από τις ενδιαφέρουσες συνέπειες που έχει η επιλογή του να φοράμε ταμπέλες: Οι ταμπέλες αποτελούν ένα εξαιρετικό φίλτρο για το ποιοι άνθρωποι θα σε πλησιάσουν και ποιοι θα νιώσουν απώθηση για όσα πρεσβεύεις. Και αυτό δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση, ειδικά αν είσαι άτομο που έχει ανάγκη την αποδοχή των γύρω του.

Οι ταμπέλες που εγώ επιλέγω να μου τοποθετήσω:

Vegan

Η ταμπέλα του ότι είμαι vegan μου χάρισε κάποιους από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους της ζωής μου. Αποτέλεσε για μένα μία μαγική αφετηρία ενός απίστευτου ταξιδιού χωρίς τέλος. Με ανάγκασε να ευθυγραμμίσω τις αξίες με τις πράξεις μου.

Με δικτύωσε με ένα σύμπαν ανθρώπων που ξέρουν να κοιτούν πολύ πέρα από τα προσωπικά τους συμφέροντα. Και με έφερε πολύ πιο κοντά στη φύση. Μου έμαθε να διαβάζω ετικέτες, συστατικά και πιστοποιήσεις. Να γνωρίζω τι φοράω, τι τρώω και τι καταναλώνω. Η ταμπέλα του να είμαι vegan είναι μία ταμπέλα που μου άλλαξε ολοκληρωτικά τη ζωή.

Feminist

Και, ύστερα, η ταμπέλα του ότι είμαι φεμινίστρια, με βοήθησε να ενδυναμωθώ και να επιμορφωθώ σε ζητήματα ισότητας και διαθεματικότητας. Με έφερε κοντά με άλλα άτομα που έχουν κοινούς στόχους και ανησυχίες και μου χάρισε στιγμές μοναδικής σύνδεσης αλλά και αφύπνισης. Να αντιμετωπίζω με μεγαλύτερη ενσυναίσθηση τα άτομα που ζουν γύρω μου και έχουν διαφορετικά βιώματα από τα δικά μου. Με έκανε να νιώσω λιγότερο μόνη για όσες φορές αδικήθηκα ή κακοποιήθηκα.

Witch

Και πάμε κάπου πίσω, 20 χρόνια τουλάχιστον, όταν κυκλοφορούσα μέσα στο σπίτι με μία σκούπα και δήλωνα χωρίς αμφιβολία ότι είμαι μάγισσα. Αρνιόμουν να κόψω τα μαλλιά μου για να μη μειωθούν οι μαγικές μου δυνάμεις και λάτρευα να ανακατεύω ό,τι συστατικό έβρισκα μέσα στο σπίτι, υποστηρίζοντας ότι έκανα μαγικά ξόρκια.

Όταν πλέον μπήκα στο Πανεπιστήμιο, έμαθα την αληθινή ιστορία των μαγισσών: Γυναίκες που τιμωρήθηκαν γιατί ήταν διαφορετικές από την υπόλοιπη κοινωνία. Γυναίκες που βασανίστηκαν επειδή ήταν γυναίκες. Και όταν πια μία μέρα μία διαβόητη γραφική φιγούρα της τηλεόρασης δήλωσε δημόσια ότι έχει «πρόβλημα με τις βίγκαν λεσβίες μπαχαλοσατανίστριες μάγισσες», ένιωσα ότι η ταμπέλα της μάγισσας με αντιπροσωπεύει περισσότερο από ποτέ. Γιατί μάγισσα είναι μία γυναίκα που παλεύει να είναι αυτό που νιώθει, σε μία κοινωνία που την τιμωρεί απλώς και μόνο επειδή είναι διαφορετική.

Ταμπέλες

Είναι, άραγε, τελικά, τόσο κακό, τόσο προβληματικό, τόσο απωθητικό το γεγονός ότι επέλεξα και επιλέγω αυτές τις ταμπέλες για μένα; Ποιο είναι πραγματικά το πρόβλημα στο να τολμάς και να λες ρητά ποια είσαι και τι πρεσβεύεις; Οι αξίες μας και η ταυτότητά μας δεν θα έπρεπε να είναι παράσημα που επιλέξαμε και φοράμε περήφανα; Το να δηλώνεις ότι είσαι κάτι είναι μία πολύτιμη εξομολόγηση αλλά και μία δέσμευση για συνέπεια.

Οι ταμπέλες σε εξαναγκάζουν να είσαι συνεπής με όσα λες ότι πρεσβεύεις. Οι ταμπέλες σου ανοίγουν τις πόρτες σε κλειστές και συχνά δεμένες κοινότητες ανθρώπων οι οποίοι σε θεωρούν συχνά «οικογένεια», και απέναντι στους ανθρώπους αυτούς, απέναντι στις κοινές σας αξίες, έχεις μία υποχρέωση για ιδεολογική συνέπεια, για συνέπεια λόγων και έργων. Μήπως όταν δεν θέλεις να δηλώνεις δημόσια μία ταυτότητα είναι επειδή φοβάσαι να είσαι συνεπής προς αυτή; Μήπως είναι επειδή δεν αντέχεις να σε βλέπουν οι γύρω σου ως κάτι διαφορετικό;

Μην ξεχνάμε ότι κανένας άνθρωπος δεν υπάρχει χωρίς καθόλου ταμπέλες

Το φύλο, το επάγγελμά μας, η οικογενειακή κατάσταση, τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, το κοινωνικό και μορφωτικό επίπεδο, τα χόμπι μας κ.ο.κ. συχνά αποτελούν ταμπέλες που φοράμε ασυναίσθητα πάνω μας. Γιατί, λοιπόν, να μην επιλέξουμε στην τελική συνειδητά ποιες από αυτές τις ταμπέλες μας αντιπροσωπεύουν;

Το να φοράμε ταμπέλες δημόσια έχει μία ακόμη “βαριά” συνέπεια: Μας καθιστά εκπροσώπους της κοινότητάς μας. Όποιο άτομο μας γνωρίσει, μας ξεκινάει τις ερωτήσεις για να καταλάβει καλύτερα την ταμπέλα μας.

Άλλοτε καλοπροέραιτες και άλλοτε ειρωνικές, οι ερωτήσεις δεν παύουν να έρχονται. Πόσο εξοντωτικό να πρέπει να εξηγείς διαρκώς αυτό που είσαι… Έχει, όμως, και πάλι η κατάσταση αυτή ένα μεγάλο θετικό, που επισκιάζει με σιγουριά την κούραση που νιώθεις: Η ταμπέλα που έβαλες πάνω σου σου δίνει την ευκαιρία να μιλήσεις για όσα είσαι και πιστεύεις.

Σου δίνει την ευκαιρία να σπάσεις τους μύθους που επικρατούν, να βάλεις τα πράγματα στη θέση τους, και να φέρεις τους άλλους ανθρώπους πιο κοντά σ’ εσένα και στην κοινότητά σου.

Οι ταμπέλες είναι ένα εργαλείο μαγικό που δυστυχώς συχνά υποβαθμίζουμε. Η αίσθηση του ανήκειν, η ενδυνάμωση μέσα από τις νέες σχέσεις με ανθρώπους που έχουν κοινή ταυτότητα, η δικτύωση, η εύρεση χρήσιμων πληροφοριών, η αναγνώριση των κοινών προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε καθώς και η διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας είναι πάντα πιο εύκολη όταν αγκαλιάζουμε τις ταμπέλες μας και τις φοράμε περήφανα πάνω μας.

Κι ύστερα από όλα αυτά που σου ανέλυσα παραπάνω, θα ήθελα να μου απαντήσεις ειλικρινά: Οι ταμπέλες δεν είναι τόσο κακές τελικά, δεν νομίζεις;

*Η Έλλη Στούρνα, πτυχιούχος στην ιστορία και φιλοσοφία της επιστήμης και συνιδρύτρια της ΜΚΟ Vegan Life, είναι μια βίγκαν φεμινίστρια μάγισσα, η οποία απαιτεί την κλιματική δικαιοσύνη, είναι μια Αθηναία queer γυναίκα που εφαρμόζει τη διαθεματικότητα στην καθημερινή της ζωή και τον ακτιβισμό της. Μαζί με τον Κώστα Γωνιανάκη, παρουσιάζουν την πρώτη vegan εκπομπή στην ελληνική τηλεόραση, η οποία είναι διαθέσιμη και στο YouTube.

ΠΗΓΗ: https://itsestella.com/

Join the sexolution: Για συμμετοχή στο sexpositive.gr κάνε κλικ εδώ

Judith Butler: Οι συνέπειες της απόφασης για τις αμβλώσεις κι εμείς

Judith Butler: Οι συνέπειες της απόφασης για τις αμβλώσεις κι εμείς 960 600 positiv

Η Judith Butler, εμβληματική φιλόσοφος και ακτιβίστρια στους queer και φεμινιστικούς αγώνες, αναλύει τα χαρακτηριστικά της απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ για τις αμβλώσεις. Όπως εξηγεί η ίδια, πρόκειται για μια απόφαση που αντιπροσωπεύει ένα ιστορικό πλήγμα όχι μόνο για τα δικαιώματα των γυναικών αλλά και πολλών άλλων ομάδων. Υιοθετώντας μια νέα μορφή δικαστικού ακτιβισμού, συντηρητικοί δικαστές θέτουν στο προσκήνιο την αναθεώρηση μιας σειράς δικαιωμάτων που αφορούν την ατομική ελευθερία και τον αυτοπροσδιορισμό, υιοθετώντας έναν εξωφρενικό νομικό κυριολεκτισμό, που αρνείται τον αφηρημένο χαρακτήρα της έννοιας της ελευθερίας. «Το καθήκον μας δεν είναι να διασκορπιστούμε στις δικές μας ταυτοτικές γωνιές, υπερασπιζόμενες μία ατζέντα σε βάρος άλλων, αλλά να συγκεντρωθούμε σε ένα πιο συντριπτικό και ισχυρό κίνημα», σημειώνει η Μπάτλερ για την ανάγκη ενός διευρυμένου κινήματος που θα απαντά σε αυτόν τον δικαστικό αναθεωρητισμό.


Της Judith Butler

Μετάφραση: Συντακτική ομάδα pass-world.gr


Ηπρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, Dobbs v. Jackson, ακυρώνει την απόφαση Roe v. Wade (1973): την υπόθεση που καθιέρωσε το δικαίωμα στην άμβλωση ως ομοσπονδιακό δικαίωμα στις ΗΠΑ. Εξακολουθεί να μην υπάρχει ομοσπονδιακή απαγόρευση των αμβλώσεων, αλλά το δικαίωμα στην άμβλωση βρίσκεται πλέον στο χέρι των επιμέρους πολιτειών.

Το βήμα προς την ομοσπονδιακή απαγόρευση θα πρέπει να ψηφιστεί από το Κογκρέσο των ΗΠΑ και προς το παρόν δεν φαίνεται να υπάρχει πλειοψηφία σε καμία από τις δύο Βουλές προς αυτήν την κατεύθυνση.

Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, αναμένεται ότι δώδεκα πολιτείες θα θέσουν ουσιαστικά εκτός νόμου τις αμβλώσεις τις επόμενες εβδομάδες, και όσες επιθυμούν να προβούν σε αμβλώσεις από αυτές τις πολιτείες θα πρέπει να ταξιδέψουν σε άλλες πολιτείες (αν και τα ταξίδια για τον συγκεκριμένο σκοπό σίγουρα θα απαγορευτούν από ορισμένες από αυτές τις πολιτείες, διανοίγοντας έτσι το φάσμα μιας νέας μορφής επιτήρησης των συνόρων).

Οι πλούσιοι άνθρωποι θα βρουν αναμφίβολα έναν τρόπο να εξασφαλίσουν την πρόσβασή τους στη διαδικασία, προσλαμβάνοντας ιδιώτες γιατρούς βάσει εμπιστευτικών συμφωνιών ή ταξιδεύοντας σε πολιτείες όπου οι αμβλώσεις παραμένουν νόμιμες. Όσον αφορά τις φτωχές, οι αμβλώσεις θα μετατραπούν και πάλι σε παρασκηνιακές διαδικασίες, που θα διεξάγονται σε μη ασφαλές περιβάλλον, με ολέθριες συνέπειες για όσες αναγκάζονται να ακολουθήσουν αυτή τη διαδρομή.

Ένα ολόκληρο φάσμα δικαιωμάτων υπό απειλή

Η κατάργηση του ομοσπονδιακά κατοχυρωμένου δικαιώματος στην άμβλωση όχι μόνο περιορίζει την ελευθερία των γυναικών, αλλά εντείνει την ανισότητα των φύλων, ενισχύοντας τον κρατικό έλεγχο επί των σωμάτων τους.

Μήπως, όμως, επηρεάζει και άλλες ομάδες, συμπεριλαμβανομένων κοινωνικών κινημάτων των οποίων οι νομικές νίκες εξαρτώνται από παρόμοιο σκεπτικό και κοινά νομικά προηγούμενα;

Η απόφαση του Δικαστηρίου δείχνει ότι η πλειοψηφία, αν και συμφωνεί με την κατάργηση, διακρίνεται από αποκλίνουσες οπτικές σχετικά με τους λόγους για τους οποίους ψήφισε όπως ψήφισε. Είναι σαφές ότι όσοι ψήφισαν κατά του δικαιώματος στην άμβλωση δεν συμφωνούν πλήρως μεταξύ τους σε όλα τα ζητήματα, ιδίως όσον αφορά τις συνέπειες της απόφασης για άλλα συνταγματικά δικαιώματα.

Ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν στην απόφαση προέρχεται από τον δικαστή Κλάρενς Τόμας, ο οποίος προειδοποίησε ότι η ανατροπή της απόφασης Roe v. Wade δεν θα ήταν παρά η πρώτη ανάμεσα σε άλλες τέτοιες αποφάσεις και ότι οι βασικές αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου που βασίζονται στο δόγμα της ιδιωτικότητας, που εισήχθη με την υπόθεση Griswold v. Connecticut (1965) καθίστανται πλέον ευάλωτες στην κατάργηση: οι αποφάσεις αυτές εγγυήθηκαν τον γάμο των ομοφυλοφίλων, τα δικαιώματα πρόσβασης στην αντισύλληψη και στην παροχή ιατρικών συμβουλών σχετικά με αυτήν, καθώς και την εξάλειψη της ποινικής μεταχείρισης όσων επιδίδονται σε αυτό που ο νόμος ονόμαζε “σοδομισμό”.

Το σύνθημα που κυκλοφορεί τώρα σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το οποίο επανέλαβε πρόσφατα ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια, Γκάβιν Νιούσομ, προειδοποιεί σχετικά με τις συνέπειες του σχεδίου του Τόμας: «Έρχονται για εσάς μετά!».

Ο νέος ακτιβισμός των συντηρητικών δικαστών

Ο Σαμ Αλίτο, ο δικαστής που συνέταξε την πρόσφατη απόφαση για τις αμβλώσεις, επέμεινε ότι η απόφαση αυτή αφορά μόνο τις αμβλώσεις και όχι οποιοδήποτε άλλο συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα. Κανένας άλλος δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου δεν επανέλαβε την έκκληση του Τόμας να “επανεξεταστούν” αυτά τα άλλα δικαιώματα, αλλά ίσως επέλεξαν απλώς να μείνουν σιωπηλοί. Έχουν τη συνήθεια να το κάνουν αυτό, μέχρι να αποφασίσουν να δράσουν.

Πράγματι, πριν από την ανατροπή της Roe, πολλοί δικαστές που ψήφισαν για την ανατροπή της Roe v. Wade είχαν προηγουμένως δηλώσει την υποστήριξή τους στη Roe. Ο Κάβανο, σε συναντήσεις με γερουσιαστές πριν από τον διορισμό του, επιβεβαίωσε ότι η Roe ήταν κατοχυρωμένο δεδικασμένο –”νόμος της γης”– και ότι η ορθή λήψη δικαστικών αποφάσεων δεν θα έπρεπε να ταράξει αυτά τα νερά.

Πράγματι, οι περισσότεροι συντηρητικοί δικαστές, συμπεριλαμβανομένου του Γκόρσουτς που προσχώρησε στην πλειοψηφία, τάχθηκαν κατά ενός προγενέστερου πνεύματος “ακτιβισμού” του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τον οποίο απέδιδαν μόνο στους αριστερούς και φιλελεύθερους δικαστές ως αδικαιολόγητη υπερβολή εκ μέρους τους.

Επανειλημμένα οι συντηρητικοί δικαστικοί έχουν δηλώσει ότι οι δικαστές πρέπει να τηρούν το γράμμα του νόμου, συμπεριλαμβανομένης της δεσμευτικής ισχύος του δεδικασμένου.

Διέρρηξαν αυτή τη λογική, αποφασίζοντας κατά των δικαιωμάτων άμβλωσης που ισχύουν εδώ και 50 χρόνια, κάνοντας έτσι σαφές ότι αντιτίθενται στην πλειοψηφία του λαού και μπαίνουν στην πολιτική μάχη.

Ενισχυμένο από τη διορισμένη από τον Τραμπ Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ, της οποίας οι θρησκευτικές δεσμεύσεις είναι ξεκάθαρα δηλωμένες, το Δικαστήριο εξέδωσε μια απόφαση που διευρύνει και εντείνει το “ενδιαφέρον του κράτους” για το έμβρυο, παρακάμπτοντας κάθε δικαίωμα που έχει μια έγκυος να εξασφαλίσει μια έκτρωση από επιλογή ή για λόγους σωματικής ακεραιότητας (συμπεριλαμβανομένης της πιθανής βλάβης της ευημερίας της).

Είναι σαφές ότι η εξουσία του κράτους επί των γυναικών, της σεξουαλικότητάς τους και της ελευθερίας τους, του δικαιώματός τους στην υγειονομική περίθαλψη έχει γίνει πλέον ξεκάθαρα τρομακτική και αποκρουστική. Αλλά αυτός δεν είναι ο μόνος κίνδυνος που αντιμετωπίζουμε αυτή τη στιγμή.

Στην υπόθεση Planned Parenthood v. Casey (1992), η προηγούμενη σύνθεση του Ανώτατου Δικαστηρίου κατέστησε σαφές ότι πίστευε ότι η απόφαση Roe v. Wade στηρίζεται σε μη νόμιμη βάση. Ο Aλίτο παραπέμπει σε εκείνη την υπόθεση όταν επιμένει ότι δεν υπάρχει δικαίωμα στην άμβλωση στο Σύνταγμα και δεν υπάρχει νόμιμος τρόπος να συναχθεί αυτό το δικαίωμα από την υπάρχουσα γλώσσα του. Στην υπόθεση Dobbs, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ανέτρεψε την υπόθεση Griswold v. Connecticut, αλλά ο Τόμας επισήμανε με δυσοίωνο τρόπο αυτό το προηγούμενο ως πιθανό νέο στόχο. Δήλωσε ότι το δικαστήριο “θα πρέπει να επανεξετάσει όλα τα δεδικασμένα του συγκεκριμένου Δικαστηρίου για την ουσιαστική δέουσα νομική διαδικασία [due process], συμπεριλαμβανομένων των Griswold, Lawrence και Obergefell”.

Τι σχέση έχει η δέουσα νομική διαδικασία με την απόφαση κατά του δικαιώματος στην άμβλωση; Ή με τις αποφάσεις που απαγόρευσαν την ποινικοποίηση της χρήσης αντισύλληψης ή της παροχής συμβουλών σχετικά με αυτή (Griswold), που απαγόρευσαν τις πράξεις σοδομισμού (Lawrence) ή που υποστήριξαν τα δικαιώματα του γάμου των ομοφυλοφίλων (Obergefell).

Τα ουσιώδη δικαιώματα της δέουσας νομικής διαδικασίας θεσπίζονται από την 5η και τη 14η τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος και αναφέρονται σε ελευθερίες που δεν θα έπρεπε να παραβιάζονται από καμία κρατική αρχή.

Γενικά θεωρούνται ότι είναι ιδιωτικής ή προσωπικής φύσης ή ότι ανήκουν στη σφαίρα της ατομικής ελευθερίας. Παρόλο που ο σοδομισμός, η άμβλωση και ο έλεγχος των γεννήσεων δεν αναφέρονται στο Σύνταγμα, έχουν θεωρηθεί από τα δικαστήρια προστατευόμενες πράξεις, που εφάρμοσαν τις αρχές της δέουσας διαδικασίας σε αυτές τις περιπτώσεις, ακριβώς επειδή είναι προσωπικές και ιδιωτικές και ανήκουν στην ατομική ελευθερία.

Το να ισχυρίζεται ο Αλίτο ότι δεν μπορεί να βρει τον όρο “άμβλωση” στο Σύνταγμα, ή το να ισχυρίζεται ο Tόμας ότι κανένα από αυτά τα δικαιώματα δεν μπορεί να βρεθεί εκεί, σημαίνει ουσιαστικά ότι αρνούνται την εφαρμογή αφηρημένων δικαιωμάτων σε συγκεκριμένα κοινωνικά ζητήματα, τα οποία το Σύνταγμα δεν προέβλεψε και δεν θα μπορούσε να προβλέψει, όπως εμφανίζονται στις σημερινές ιστορικές τους μορφές.

Από τη μία πλευρά, οι συντηρητικοί έχουν γίνει ξεκάθαρα ακτιβιστές. Από την άλλη πλευρά, επιδιώκουν να προωθήσουν την ατζέντα τους μέσα από έναν εξωφρενικό κυριολεκτισμό.

Μια απειλή που είχε εξαγγελθεί από καιρό

Ένας λόγος για να μην θεωρήσουμε την απειλή που ενυπάρχει στην άποψη του Κλάρενς Τόμας ως τη μοναχική άποψη ενός περιθωριακού είναι ότι το Δικαστήριο στέλνει εδώ και αρκετό καιρό ανάμεικτα μηνύματα σχετικά με τις προθέσεις του.

Οι ακτιβιστριες/ές των κινημάτων για τα αναπαραγωγικά δικαιώματα γνώριζαν αυτή την απειλή εδώ και αρκετό καιρό, και ο Τόμας απλώς μεταφέρει τώρα τη δάδα που του έχουν περάσει οι συντηρητικοί Ευαγγελιστές.

Στην υπόθεση Planned Parenthood v. Casey (1992), το Δικαστήριο επιβεβαίωσε τη βασική αρχή της απόφασης Roe v. Wade ότι οι γυναίκες έχουν το δικαίωμα να ασκούν τις δικές τους επιλογές στο θέμα των αμβλώσεων χωρίς κρατική παρέμβαση, έκρινε ότι οι πολιτείες δεν μπορούν να απαγορεύουν τις αμβλώσεις πριν από τη στιγμή που ένα έμβρυο μπορεί να επιβιώσει έξω από τη μήτρα – περίπου 23 εβδομάδες μιας εγκυμοσύνης.

Στην ίδια απόφαση του 1992, το Δικαστήριο έθεσε ωστόσο υπό αμφισβήτηση το νομικό της καθεστώς. Εκεί, το Δικαστήριο δήλωσε ξεκάθαρα ότι δεν ήταν έτοιμο να λάβει μια τέτοια “αντιλαϊκή απόφαση”, παρόλο που υποστήριξε ότι δεν είναι δικαιολογημένη η βασική διαπίστωση της υπόθεσης Roe ότι η άμβλωση δικαιολογείται μέσω της προσφυγής στη ρήτρα της δέουσας διαδικασίας.

Δεν αναγνώρισαν την “ελευθερία” των γυναικών –ο Αλίτο προσθέτει τώρα αυτά τα τρομακτικά εισαγωγικά – να τερματίζουν την εγκυμοσύνη ως ελευθερία που πρέπει να προστατεύεται από τις κρατικές εξουσίες, και επιβεβαίωσαν το νόμιμο συμφέρον του κράτους για τη ζωή του εμβρύου, αλλά σε εκείνο το σημείο περιόρισαν την εμβέλεια της κρατικής παρέμβασης.

Το Δικαστήριο αρνήθηκε να ενεργήσει σύμφωνα με τα συμπεράσματά του σε εκείνη την υπόθεση πριν από τριάντα χρόνια, όμως ο σχολιασμός τους σίγουρα προέβλεψε αυτό που οι συντηρητικοί αποκαλούν τώρα την πιο “θαρραλέα” απόφαση στην υπόθεση Dobbs για την κατάργηση της Roe.

Η ιστορικότητα της ελευθερίας και της ισότητας

Αν ο Τόμας κάνει ό,τι θέλει, μιλώντας ανοιχτά για μια συντηρητική ατζέντα που άλλοι στο Δικαστήριο δεν έχουν ακόμη διεκδικήσει ως δική τους, μια σειρά από κοινωνικά κινήματα θα δουν μερικά από τα πιο βασικά κεκτημένα και απαραίτητα δικαιώματά τους να ακυρώνονται σε ομοσπονδιακό επίπεδο.

Τα δικαιώματα της ισότητας, της ελευθερίας και της δικαιοσύνης παραμένουν αφηρημένα δικαιώματα έως ότου εφαρμοστούν σε συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες, έχοντας κληθεί να ανταποκριθούν και να απαντήσουν στις νέες κοινωνικές πραγματικότητες με την πάροδο του χρόνου.

Όταν ρωτάμε “το δικαίωμα στην ελευθερία περιλαμβάνει το δικαίωμα να παντρεύεσαι κάποιον του ίδιου φύλου;” και η απάντηση σήμερα είναι “ναι”, επεκτείνεται και διευρύνεται η ιδέα της ελευθερίας, καθώς μια αφηρημένη αρχή γίνεται συγκεκριμένη και το περιεχόμενο το οποίο αυτή η αρχή αντιπροσωπεύει αλλάζει. Τόσο η ελευθερία όσο και η ισότητα αποκτούν νέες σημασίες.

Ή, στην περίπτωση της χειραφέτησης των σκλάβων, το νομικό κατεστημένο συνειδητοποίησε ότι οι προηγούμενες ιστορικές ιδέες της ελευθερίας περιορίζονταν στη λευκή ιδιοκτησία και στους ιδιοκτήτες σκλάβων. Ευτυχώς, οι ιδέες μας για την ελευθερία έχουν αλλάξει με την πάροδο του χρόνου και εναπόκειται στα δικαστήρια να επανεξετάζουν και να επαναδιατυπώνουν την ελευθερία ως απάντηση στις θεμιτές ιστορικές προκλήσεις.

Στην υπόθεση Obergefell, το Δικαστήριο αναφέρει ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν προκύπτουν μόνο από “αρχαίες πηγές”, αλλά πρέπει να εξετάζονται υπό το πρίσμα των εξελισσόμενων κοινωνικών κανόνων. Η ιστορία εισέρχεται πάντοτε στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

Πράγματι, εκείνη η κρίσιμη απόφαση για την καθιέρωση των δικαιωμάτων του γάμου των ομοφυλοφίλων προειδοποιούσε ότι δεν θα πρέπει ο νόμος να θεμελιώνεται αποκλειστικά σε παραδοσιακές πρακτικές και ρυθμίσεις, απαγορεύοντας στις μη παραδοσιακές σχέσεις να διεκδικούν ίσα δικαιώματα με τους ετεροκανονικούς γάμους. Εδώ, όπως και αλλού, οι συντηρητικοί έχουν θέσει υπό αμφισβήτηση το κατά πόσον οι νέες ελευθερίες θα πρέπει πραγματικά να θεωρούνται “ελευθερία”, εάν δεν μπορούν να βρεθούν αποδείξεις γι’ αυτές στη γλώσσα του νόμου.

Και βλέπουμε το Δικαστήριο, δηλαδή το ισχυρότερο δικαστικό όργανο των ΗΠΑ, να προτάσσει τα κρατικά συμφέροντα στις αναπαραγωγικές αποφάσεις έναντι οποιασδήποτε διεκδίκησης μπορεί να έχουν οι γυναίκες.

Μπορεί να νομίζουμε ότι αυτό δεν έχει μεγάλη σχέση με τα πολιτειακά νομοθετικά σώματα που απαγορεύουν βιβλία με αναφορές στη σεξουαλικότητα και το φύλο, με τη δίωξη γονέων που αναζητούν υγειονομική περίθαλψη για τα τρανς παιδιά τους ή με τις νέες επιθέσεις σε ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα, αλλά ξανασκεφτείτε το.

Τρεις συνέπειες της απόφασης για τις αμβλώσεις

Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις συνέπειες αυτής της ανάλυσης που αξίζει να αναφερθούν.

Η πρώτη είναι ότι θα ήταν λάθος να νομίζουμε ότι το Δικαστήριο ενδιαφέρεται μόνο για την κατάργηση της άμβλωσης ως ομοσπονδιακού δικαιώματος. Τα επιχειρήματα κατά των αμβλώσεων μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναντίον οποιουδήποτε αριθμού αποφάσεων που θεμελιώνει ότι νέα δικαιώματα προκύπτουν από νέες κοινωνικές συνθήκες που αφορούν τη σεξουαλικότητα, το φύλο, τη στενή συναναστροφή και την αναπαραγωγική ελευθερία.

Το θέμα δεν είναι ότι θα κυνηγήσουν πρώτα την άμβλωση, δεύτερον τον γάμο των ομοφυλοφίλων και τρίτον την αντισύλληψη.

Όχι, το νομικό πλαίσιο που αναδύεται στοχεύει στην ίδια την ιδέα των νέων ιστορικών σχηματισμών της ελευθερίας (και της ισότητας) και επιδιώκει την αποκατάσταση της πατριαρχικής τάξης που υποστηρίζεται από τη δύναμη του ομοσπονδιακού νόμου.

Δεύτερον, η διαπόμπευση των γυναικών που ζητούν αμβλώσεις ως κακοποιών ή δολοφόνων απηχεί την επίθεση στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση σε πολιτείες όπως η Φλόριντα, το Τέξας και η Οκλαχόμα, όπου οι εκπαιδευτικοί που διδάσκουν θέματα όπως το φύλο ή η σεξουαλικότητα, κατηγορούνται πλέον για κακοποίηση ή κατήχηση, ή οι γονείς που ζητούν υγειονομική περίθαλψη για τα τρανς παιδιά τους πρόκειται να καταγγελθούν στις κυβερνητικές αρχές για κακοποίηση παιδιών.

Τι γίνεται με την άρνηση να αναγνωριστούν τα νομικά δικαιώματα των τρανς ατόμων και το δικαίωμά τους στην υγειονομική περίθαλψη, συμπεριλαμβανομένης της άμβλωσης; Σε κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις, το “συμφέρον του κράτους” διευρύνεται μέσω της εξάλειψης θεμελιωδών ελευθεριών, αυτών που ανήκουν στις γυναίκες, στα τρανς άτομα, πράγματι, στα ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα, στους εκπαιδευτικούς και ακαδημαϊκούς, στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής και στους νομοθέτες που εργάζονται για μεγαλύτερες κοινωνικές ελευθερίες και ισότητα.

Τέλος, η δεξιά πτέρυγα έχει συγκεντρώσει πολλές/ούς από εμάς ως έναν ενιαίο στόχο, όπως βλέπουμε από τις τακτικές του κινήματος της ιδεολογίας ενάντια στο κοινωνικό φύλο [anti-gender ideology], που λειτουργεί πλέον σε παγκόσμια κλίμακα.

Το καθήκον μας δεν είναι να διασκορπιστούμε στις δικές μας ταυτοτικές γωνιές, κρατώντας μια ατζέντα σε βάρος των άλλων, αλλά να συγκεντρωθούμε σε ένα πιο συντριπτικό και ισχυρό κίνημα.

Αυτό σημαίνει ότι οι φεμινίστριες πρέπει να ενωθούν με τα τρανς άτομα, ότι οι υποστηρικτές του γάμου των ομοφυλοφίλων πρέπει να ενωθούν με όσους αγωνίζονται για queer και τρανς μπαρ και κοινοτικούς χώρους, ότι η αναπαραγωγική υγεία πρέπει να είναι σε κάθε ατζέντα για όλα τα είδη γυναικών και ανδρών, μη δυαδικά άτομα, συμπεριλαμβανομένων των τρανς και genderqueer παιδιών, όπως πρέπει να είναι και η προστασία από την έμφυλη και σεξουαλική παρενόχληση και βία.

Αλλά τίποτα από όλα αυτά δεν θα λειτουργήσει αν δεν δούμε πως αυτοί που πλήττονται περισσότερο από αυτές τις νέες μορφές στέρησης των δικαιωμάτων είναι οι φτωχοί έγχρωμοι άνθρωποι στις “ανελεύθερες” πολιτείες. Και δεν μπορούμε να έχουμε έναν αξιοπρεπή συνασπισμό χωρίς έξυπνες/ους και ριζοσπαστικές/ούς δικηγόρους που μπορούν να αμφισβητήσουν και να σταματήσουν αυτή τη νομική τάση. Αν η Δεξιά μάς συγκεντρώσει ως στόχο αποτελεσματικότερα από ό,τι εμείς οι ίδιοι συγκεντρωθούμε ως κίνημα, τότε είμαστε χαμένες.

Ας γίνουμε λοιπόν έξυπνοι όσον αφορά τη δύναμη που έχει ο συνασπισμός και ας αναθεωρήσουμε και ας βελτιώσουμε τις διεκδικήσεις μας για την ελευθερία και την ισότητα ως κοινωνικές, συλλογικές, ιστορικές – και απαραίτητες διεκδικήσεις.

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο Verso, στις 27 Ιουνίου 2022.

ΠΗΓΗ: Τζούντιθ Μπάτλερ: Ο δικαστικός ακτιβισμός των συντηρητικών στην απόφαση για τις αμβλώσεις στις ΗΠΑ – Pass-world

Join the sexolution: Για συμμετοχή στο sexpositive.gr κάνε κλικ εδώ

 

Tι είναι και τι θέλει ο ακτιβισμός της απόλαυσης;

Tι είναι και τι θέλει ο ακτιβισμός της απόλαυσης; 600 600 giorgos sisiphys
Art by Ashley Lukashevksy

 

adrienne maree brown*

(απόδοση στα ελληνικά: Happy Sisyphus)

Ο Ακτιβισμός της Απόλαυσης είναι ένα διεθνώς δημοφιλές βιβλίο της μαύρης φεμινίστριας, ακτιβίστριας και συγγραφέα adrienne maree brown το οποίο παραμένει αμετάφραστο στα ελληνικά. Θεωρώ το συνδυασμό της απόλαυσης με τον ακτιβισμό εκτός από πολύ… απολαυστικό και πολύ χρήσιμο για την εποχή μας. Επιχειρώντας και ο ίδιος λοιπόν να επιδοθώ σε έναν ακτιβισμό της απόλαυσης έκανα μια ελεύθερη απόδοση των παρακάτω αποσπασμάτων του βιβλίου στα ελληνικά. Ελπίζω να ευχαριστηθείτε την ανάγνωσή τους όσο κι εγώ!

Απολαύστε υπεύθυνα:

Τι είναι ο ακτιβισμός της απόλαυσης;

Η απόλαυση είναι ένα αίσθημα ευτυχισμένης ικανοποίησης και ευχαρίστησης. Ο ακτιβισμός αποτελείται από προσπάθειες προώθησης, παρεμπόδισης ή προσανατολισμού κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών ή περιβαλλοντικών αλλαγών ή αντίσταση με την επιθυμία να γίνουν βελτιώσεις στην κοινωνία.

Ο ακτιβισμός της απόλαυσης είναι η δουλειά που κάνουμε για να ανακτήσουμε τους ολόκληρους, ευτυχισμένους και ικανοποιημένους εαυτούς μας από τις επιπτώσεις, τις αυταπάτες και τους περιορισμούς της καταπίεσης και/ή της λευκής υπεροχής1.

Ο ακτιβισμός της απόλαυσης βεβαιώνει ότι όλοι χρειαζόμαστε και αξίζουμε την απόλαυση και ότι οι κοινωνικές δομές μας πρέπει να το αντανακλούν αυτό. Αυτή τη στιγμή, πρέπει να προτεραιοποιήσουμε την απόλαυση εκείνων που επηρεάζονται περισσότερο από την καταπίεση.

Οι ακτιβίστριες της απόλαυσης επιδιώκουν να κατανοήσουν και να μάθουν από τις πολιτικές και την ισορροπία εξουσίας μέσα σε όλα όσα μας κάνουν να νιώθουμε καλά. Αυτό περιλαμβάνει το σεξ και τον ερωτισμό, ναρκωτικά, μόδα, χιούμορ, δουλειά με πάθος, σύνδεση, διάβασμα, μαγείρεμα ή/και φαγητό, μουσική και άλλες τέχνες, και τόσα άλλα.

Οι ακτιβιστές της απόλαυσης πιστεύουν ότι αξιοποιώντας την πιθανή καλοσύνη μέσα σε καθένα από εμάς μπορούμε να δημιουργήσουμε κοινωνική δικαιοσύνη και απελευθέρωση, αυξάνοντας μια θεραπευτική αφθονία εκεί όπου έχουμε κοινωνικοποιηθεί ώστε να πιστεύουμε ότι υπάρχει μόνο έλλειψη. Ο ακτιβισμός της απόλαυσης δρα από μια ανάλυση ότι η απόλαυση είναι ένα φυσικό, ασφαλές και απελευθερωτικό μέρος της ζωής—και ότι μπορούμε να προσφέρουμε ο ένας στην άλλη εργαλεία και εκπαίδευση ώστε να διασφαλίσουμε ότι το σεξ, η επιθυμία, τα ναρκωτικά, η μεταξύ μας σύνδεση και άλλες απολαύσεις δεν είναι απειλητικές ή βλαπτικές για τη ζωή αλλά εμπλουτίζουν τη ζωή.

Ο ακτιβισμός της απόλαυσης περιλαμβάνει την εργασία και τη ζωή που ζουν στα βασίλεια της ικανοποίησης, της χαράς, και της ερωτικής ζωντάνιας που επιφέρουν κοινωνική και πολιτική αλλαγή.

Τελικά, ο ακτιβισμός της απόλαυσης είναι εμείς όταν μαθαίνουμε να κάνουμε τη δικαιοσύνη και την απελευθέρωση τις πιο ευχάριστες εμπειρίες που μπορούμε να έχουμε σε αυτόν τον πλανήτη.

Αρχές Απόλαυσης

Αυτό στο οποίο εστιάζεις την προσοχή σου μεγαλώνει. […]Συντονίσου στην ευτυχία,

τι σε ικανοποιεί, τι σου φέρνει χαρά.

Γινόμαστε αυτό που ασκούμε. Αυτό το έμαθα μελετώντας Somatics2!

Στο βιβλίο του The Leadership Dojo, ο Richard Strozzi-Heckler  μοιράζεται αυτό «300 επαναλήψεις παράγουν σωματική μνήμη… [και] 3.000 επαναλήψεις δημιουργoύν σωματοποίηση.»

Ναι αυτός είναι ο τρόπος. Όταν ήρθε η ώρα να μετακομίσω στο Ντιτρόιτ, όταν ήρθε η ώρα να αφήσω την τελευταία μου δουλειά, όταν ήρθε η ώρα να ξεκινήσω μια πρακτική διαλογισμού, ο καιρός για κολύμπι, η ώρα να τρώω πιο υγιεινά, το ήξερα γιατί μου έδινε ευχαρίστηση όταν έπαιρνα την απόφαση και ζούσα μέσα σε αυτή. Τώρα αφήνω αυτό να καθοδηγήσει τις επιλογές μου για το πώς οργανώνομαι και για το τι στοχεύω με τη δική μου εργασία — απόλαυση στις διαδικασίες της ύπαρξής μου και τις καταστάσεις του είναι μου.

Ναι είναι ένα μέλλον. Όταν νιώθω απόλαυση, ξέρω ότι είμαι στο σωστό δρόμο.

Η πρεσβυτέρα της απόλαυσης από το Πουέρτο Ρίκο Idelisse Malave μοιράστηκε μαζί μου ότι η δική της αρχή της απόλαυσης είναι «Αν με ευχαριστεί, θα το κάνω».

Όταν είμαι χαρούμενη, είναι καλό για τον κόσμο.

Η βαθύτερη απόλαυση προέρχεται από την ισορροπία μεταξύ δέσμευσης και αποδέσμευσης. Δεσμεύσου πλήρως στη διαδικασία, το ταξίδι, φέρνοντας ό,τι καλύτερο μπορείς να φέρεις. Αποδέσμευσε τον εαυτό σου από το εγώ και το αποτέλεσμα.

Κάνε τον αγώνα για δικαιοσύνη και απελευθέρωση μια ευχάριστη υπόθεση.

Το όχι σου ανοίγει τον δρόμο για το ναι σου. Τα όρια δημιουργούν το δοχείο εντός των οποίων το ναι σου είναι αυθεντικό. Το να μπορείς να πεις όχι κάνει το ναι επιλογή.

Το μέτρο είναι το κλειδί.

Η ιδέα δεν είναι να βρίσκεσαι σε μια μεθυστική κατάσταση έκστασης συνέχεια, αλλά μάλλον να μάθεις πώς να αισθάνεσαι πότε κάτι είναι καλό για εσένα, για να μπορείς να νιώσεις πότε είναι αρκετό. Κάτι που σχετίζεται με αυτό: η απόλαυση δεν βρίσκεται στα χρήματα.

Η απόλαυση δεν σχετίζεται καν με τα χρήματα, τουλάχιστον όχι με θετικό τρόπο.

Η ύπαρξη πόρων για την αγορά απεριόριστων ποσοτήτων απόλαυσης οδηγεί στην κραιπάλη, και η κραιπάλη καταστρέφει εντελώς την πνευματική εμπειρία της απόλαυσης.

Δύο λόγια για την κραιπάλη: Ο ακτιβισμός της απόλαυσης δεν αφορά το να δημιουργείς ή να ενδίδεις στην κραιπάλη. Θέλω να το λέω αυτό νωρίς και συχνά, στον εαυτό μου και σε εσένα. Μερικές φορές, όταν αναφέρω αυτό το έργο στους ανθρώπους, μπορώ να δω βακχικά όργια να ξεδιπλώνονται στα μάτια τους, και αυτό με κάνει να νιώθω τρυφερά.

Νομίζω ότι επειδή οι περισσότεροι και οι περισσότερες από εμάς είμαστε τόσο καταπιεσμένοι/ες, οι φαντασιώσεις μας φτάνουν στα άκρα για να αντισταθμίσουν όλη αυτή την καταπιεσμένη λαχτάρα. Ο ακτιβισμός της απόλαυσης αφορά το να μάθεις τι σημαίνει να μπορείς να νιώσεις ικανοποίηση, να δημιουργείς, από μέσα σου και από το μεταξύ μας, μια αφθονία από την οποία μπορούμε όλοι/ες να έχουμε αρκετή.

Μέρος του λόγου που τόσο λίγες από εμάς έχουμε μια υγιή σχέση με την απόλαυση είναι γιατί μια μικρή μειοψηφία του είδους μας συσσωρεύει την περίσσεια πόρων, δημιουργώντας μια ψεύτικη έλλειψη και στη συνέχεια προσπαθεί να μας πουλήσει χαρά, να πουλήσει εμάς πίσω στους εαυτούς μας. Μερικοί νομίζουν ότι τους ανήκει, ότι είναι η κληρονομιά τους. Κάποιοι πιστεύουν ότι είναι σημάδι της αξίας τους, της υπεροχή τους. Σε μεγάλη έκταση, οι λευκοί άνθρωποι και οι άνδρες ήταν οι πρωταρχικοί αποδέκτες αυτής της αυταπάτης, της πεποίθησης ότι τους αξίζει να έχουν υπερβολικά πολλά, ενώ η πλειονότητα των άλλων δεν έχει αρκετά… ή ακόμα περισσότερο, ότι η πλειοψηφία του κόσμου υπάρχει με κάποιο τρόπο για να τους ευχαριστεί.

Και τόσοι πολλοί και πολλές από εμάς έχουμε εκπαιδευτεί στην αυταπάτη ότι πρέπει συσσωρεύουμε περίσσεια, ακόμη και με τίμημα τεράστιας ανισότητας, για να δούμε τη ζωή μας ως πλήρη ή επιτυχημένη.

Μια κεντρική πτυχή του ακτιβισμού της απόλαυσης είναι η αξιοποίηση της φυσικής αφθονίας που υπάρχει μέσα μας και μεταξύ μας, και μεταξύ του είδους μας και αυτού του πλανήτη. Η απόλαυση δεν είναι ένα από τα λάφυρα του καπιταλισμού. Είναι αυτό για το οποίο τα σώματά μας, τα ανθρώπινα συστήματα μας, είναι δομημένα∙ είναι η ζωντάνια και η αφύπνιση, η ευγνωμοσύνη και η ταπεινοφροσύνη, η χαρά και η γιορτή του να είσαι θαυμάσιος.

Αντί λοιπόν να ενθαρρύνω τη μετριοπάθεια ξανά και ξανά, θέλω να σου ζητήσω να εγκαταλείψεις τη λαχτάρα σου για υπερβολές και να μείνεις συνειδητή στη σχέση σου με το αρκετό. Πόσο σεξ θα ήταν αρκετό; Πόση μέθη θα ήταν αρκετή; Πόση αγάπη θα ήταν αρκετή; Μπορείς να φανταστείς ότι έχεις θεραπευτεί αρκετά; Αρκετά ευτυχισμένος; Αρκετά συνδεδεμένη; Έχοντας αρκετό χώρο στη ζωή σου για να τη ζήσεις πραγματικά; Μπορείς να φανταστείς ότι είσαι αρκετά ελεύθερη;

Καταλαβαίνεις ότι εσύ, όπως είσαι, αυτός που είσαι, είσαι αρκετός;

*Περισσότερα από (και για) την adrienne maree brown εδώ: https://adriennemareebrown.net/

credits: Anjali Pinto

Join the sexolution: Για συμμετοχή στο sexpositive.gr κάνε κλικ εδώ

1Λευκή υπεροχή ονομάζεται η πεποίθηση ότι οι λευκοί άνθρωποι είναι ανώτεροι από εκείνους άλλων φυλών και έτσι πρέπει να τους καταδυναστεύουν.

2 Τα Somatics είναι ένας τομέας στις σπουδές εργασίας με το σώμα (bodywork) και τις κινητικές σπουδές που δίνει έμφαση στην εσωτερική ενσώματη αντίληψη και εμπειρία.

Τι έχω μάθει μια βδομάδα με μακρύ μωβ νύχι

Τι έχω μάθει μια βδομάδα με μακρύ μωβ νύχι 1538 2048 positiv
Συράκος-Ιωάννης Κεσέν*
τι έχω μάθει μια βδομάδα με μακρύ μωβ νύχι:
ότι δεν μπορώ να καθαρίσω ένα μανταρίνι
ότι δεν μπορώ να δέσω τα κορδόνια μου
ότι δεν μπορώ να δέσω εν γένει πράγματα
ότι δεν μπορώ να στρίψω ένα τσιγάρο
ότι δεν μπορώ να ψάξω στις τσέπες μου
ότι δεν μπορώ να ασχοληθώ με την κηπουρική
ότι δεν μπορώ να ανοίξω ένα αναψυκτικό
ότι δεν μπορώ μπορώ να κάνω άπειρα πολλά πράγματα που ήμουν συνηθισμένο να κάνω
αλλά είδα πως:
μπορώ να βγάλω πιο εύκολα υγρά μαντηλάκια από την συσκευασία
μπορώ να τραβήξω ένα λαστιχάκι
μπορώ να ξύνω το κεφάλι ή την πλάτη μου και το ξύσιμο να πιάνει τόπο
ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΕΧΩ ΤΑ ΝΥΧΙΑ ΠΟΥ ΓΟΥΣΤΑΡΩ
Έπειτα, φορώντας σε ένα σις αντρικό σώμα μακριά μώβ νύχια, διαπιστώνω με το σώμα μου, που κυκλοφορεί μες στην πόλη, δυστυχώς μίσος αρκετό σε κάτι τόσο διαφορετικό (?)
άπειρα βλέμματα, βλέμματα κακίας, βλέμματα αποστροφής, βλέμματα περιέργειας.
συνοδοί σκύλων που μέχρι χθες άφηναν τα σκυλάκια τους να παίξουν με το δικό μου, όταν έβλεπαν από το λουρί που κρατούσα ότι προβάλλει νύχι μωβ μακρύ “έλα, έλα να φύγουμε” έλεγαν
κύριος άνω των 60 ετών σε κατάστημα ψιλικών όταν πήγα να τον πληρώσω με κάρτα, μού ζήτησε να της βάλει αντισηπτικό γιατί δεν ξέρει τι αρρώστιες έχω όπως, χωρίς αιδώ, μου είπε. Σηκώθηκα και έφυγα.
μια κυρία με ρώτησε δειλά δειλά στην Φωκίωνος Νέγρη αν τα βράδια ασχολούμαι με την σεξεργασία (σαφώς δεν το είπε έτσι) και πως βρίσκω πελάτες αφού εχω μούσι και φαίνομαι να έχω τρίχες γενικά.
άλλη μια κυρία στο γυμναστήριο μού είπε ότι τα χέρια μου τής θυμίζουν λυκάνθρωπο.
ΑΛΛΑ
μια άλλη κυρία με σταμάτησε με τον σκύλο και με ρώτησε “είναι ακρυλικό ή τζελ” ενώ “πολύ σέξυ οι άντρες με νύχια” πρόσθεσε, και μετά πιάσαμε κουβέντα για τις διακρίσεις στην Ελλάδα.
Η καλή μου δασκάλα Αντί Ηπορτασου απλά τα είδε και μου είπε “γαμάτα” και αυτό ήταν από μόνο του αρκετό να μου δώσει θάρρος.
Περίπτερο, Πλατεία Κυψέλης, Σάββατο βράδυ, πάω να πάρω τσιγάρα, μού λείπουν εικοσι σεντς, το περίπτερο δεν παίρνει κάρτα, πάω να φύγω και ακούω μια φωνή “φίλη, γαμάτο νύχι” και απαντώ “είσαι θεά” και εκείνος (εν τέλει) μού λέει “όχι ακριβώς. Το θεός το γουστάρω καλύτερα” και αγαπηθήκαμε πιωμένα και τα δυο στην πλατεία -μού εδωσε και εικοσι σεντς για τα τσιγάρα.
Και το σπουδαιότερο: ενώ η μάνα μου τα είδε, και σοκαρίστηκε κάπως στην αρχή, ωστόσο δεν τσακωθήκαμε, αλλά τα βρήκαμε στον ΦΕΜΙΝΙΣΜΟ και πως λυτρωνόμαστε σ’ αυτόν απ’ τα τραύματά μας. Μάνα, με κάνεις περήφανο και μ’ αφήνεις ενίοτε με το στόμα, να ξέρεις, ανοικτό.
το καλύτερο που άκουσα από μια ψυχή ήταν το “με τέτοια δαχτυλάκια λουκανικάκια που έχεις μού θύμησες τα δάχτυλα της μακαρίτισσας Σπεράντζας Βρανά”. Και μ’ αυτό πολύ γούσταρα γιατί η Σπεράντζα είναι ίνδαλμά μου κι αρτίστα τεράστια.
έτσι κι εγώ σας αφιερώνω το εξαιρετικό “Μάμπο Μπραζιλέρο” της Σπεράντζας, προσυπογράφοντας με αυτά τα ωραία μεν, ψεύτικα εξτένσιον νύχια δε, στο:
ΘΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΜΕ ΟΠΩΣ ΓΟΥΣΤΑΡΟΥΜΕ ΚΑΙ ΟΠΟΙ@ ΔΕΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΒΛΕΠΕΙ ΝΑ ΚΡΥΒΕΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ Τ@
* O Συράκος-Ιωάννης Κεσέν είναι ακτιβιστής της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και πρώην ιερέας. Ακολουθήστε τον στο κανάλι του στο YouTube Religion Recovery κάνοντας κλικ εδώ
Join the sexolution: Για συμμετοχή στο sexpositive.gr κάνε κλικ εδώ

 

Φεμινισμός και μαζοχιστική ταυτότητα

Φεμινισμός και μαζοχιστική ταυτότητα 640 427 positiv
Photo by engin akyurt on Unsplash
Μελισσάνθη (they/ she)
Διάβασα πρόσφατα κάπου ότι η πατριαρχία στην Ελλάδα έχει εξαλειφθεί από τη δεκαετία του ’70. Στην αρχή δεν κατάλαβα τι εννοούσε αυτό που έγραψε το σχόλιο-είχα την εντύπωση ότι κάτι δεν διάβασα σωστά. Και όμως.. ένας cis het άντρας μας ενημέρωσε ότι όλα αυτά που γράφουμε εμείς οι γυναίκες στα socials περί πατριαρχίας και έμφυλης βίας είναι αποκυήματα της φαντασίας μας.
Μετά συνειδητοποίησα ότι αυτός ο άντρας όντως μπορεί να πιστεύει πως η πατριαρχία έχει εξαλειφθεί. Γι’αυτόν πατριαρχία μπορεί να σημαίνει ας πούμε ότι οι γυναίκες δεν έχουν δικαίωμα ψήφου και δεν τους επιτρέπεται η είσοδος σε δημόσιους χώρους διασκέδασης. Ή ότι δεν νοείται για μια γυναίκα να δουλεύει, εφόσον ο ρόλος της είναι να φροντίζει τα παιδιά και το νοικοκυριό. Το πόσο προβληματικό είναι αυτό πιστεύω πως δεν χρειάζεται ανάλυση. Είναι άλλωστε τόσο πολυσχιδές που μπορούν να γραφούν τόμοι για το προκείμενο.
Από τον Γενάρη του 2021 με την (καθυστερημένη) έναρξη του κινήματος #metoo στην Ελλάδα, οι γυναίκες (και εν γένει οι θηλυκότητες) έχουν αρχίσει να μιλάνε για όλα αυτά που τους έχουν συμβεί στη ζωή τους και μπαίνουν από κάτω από αυτή την τεράστια και πολύ σκοτεινή ομπρέλα που ονομάζεται έμφυλη βία. Και οι φωνές των γυναικών άρχισαν, έστω και εκβιαστικά (εφόσον ήταν πολλές) να ακούγονται και κάποια πράγματα προς τη δικαίωσή τους άρχισαν να φαίνονται κάπου στο φως του τούνελ.
Αρχίσαμε επίσης να χρησιμοποιούμε τον όρο γυναικοκτονία χωρίς να φοβόμαστε την κριτική των συνομιλητών μας και πια ελπίζουμε ότι τουλάχιστον στη δημόσια σφαίρα, καταδεικνύοντας αυτά τα περιστατικά θα μπορέσουμε να αρχίσουμε να μιλάμε πιο ελεύθερα για τη δυσμενή θέση των γυναικών που ναι μεν είναι καλύτερη από αυτή των γιαγιάδων και των μαμάδων μας, αλλά δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι καλή.
Μέσα στο πλαίσιο του εσωτερικευμένου μισογυνισμού και της προνομιακής θέσης που εξακολουθούν να κατέχουν οι cis het άντρες στην κοινωνία μας, στο πλαίσιο της οποίας μια γυναίκα δεν μπορεί να θέλει να χωρίσει, δεν μπορεί να της αρέσει το σεξ, δεν γίνεται να προτιμήσει να μην κάνει παιδιά, είναι αδιανόητο να προτιμήσει να επενδύσει το χρόνο της στην εαυτή της για κοινωνικούς ή επαγγελματικούς λόγους και άλλα πολλά αντίστοιχα, είναι εξαιρετικά δύσκολο γι’αυτή να έχει και να υποστηρίζει την ταυτότητα ενός ατόμου μαζοχιστού.
Πώς μια γυναίκα που προσδιορίζεται πρωτίστως ως πολιτικό ον και δευτερευόντως ως φεμινίστρια μπορεί να πει στο σύντροφό της ή στον παρτενέρ της ότι είναι μαζοχίστρια; Πώς η συγκεκριμένη ταυτότητα συνάδει με τον αγώνα κατά της πατριαρχίας (όπου και να γίνεται αυτός) και της καταπολέμησης της ντε φάκτο θέσης που προβλέπεται γι’αυτήν σε κοινωνικό επίπεδο;
Σίγουρα όχι με ευκολία, ειδικότερα λαμβάνοντας υπόψη ότι η σεξουαλική ταυτότητα της μαζοχίστριας ήταν ένα από τα θέματα που δημιούργησαν διασπαστικές τάσεις στο δευτεροκινηματικό φεμινισμό κατά το 1970. Πολλές ακτιβίστριες της εποχής (όπως Robin Morgan, Alice Walker και Andrea Dworkin) έγραφαν παθιασμένα κείμενα γεμάτα κριτική για το bdsm, εστιάζοντας στο γεγονός ότι η γυναικεία χειραφέτηση και η ανατροπή της πατριαρχίας δεν θα γίνουν ποτέ όσο οι γυναίκες οικειοθελώς παίρνουν ρόλους υποταγής και «καταπίεσης». Αυτή η διάσπαση κορυφώθηκε κατά τη δεκαετία του 80 με τους λεγόμενους “sex wars”, κατά τη διάρκεια των οποίων η φεμινιστική ρητορική εναντίον της ετεροκανονικότηας, της πορνογραφίας, της σεξεργασίας και του bdsm κορυφώθηκε (Vance,
1984). Η πρόκληση εκείνης της εποχής για το φεμινιστικό κίνημα ήταν η κατανόηση ότι κάθε φορά που μιλάμε για το «δικαίωμα της επιλογής» από τις γυναίκες, πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι αυτές (οι γυναίκες) δεν θα καταλήξουν σε επιλογές που εμπίπτουν στο πλαίσιο του «επιτρεπτού» από το κίνημα (Hirschmann, 2010: 271).
Στο δεύτερο φεμινιστικό ρεύμα, παράλληλα, άρχισε η συνειδητοποίηση για όλες ότι το προσωπικό είναι πολιτικό, ωστόσο, αυτή η φράση κατέληξε να χρησιμοποιείται ως εργαλείο για να αποκλείσει τη δυνατότητα ελεύθερης επιλογής από τις γυναίκες χωρίς τη συναίνεσή τους, εφόσον η επιλογή μιας άνισης σχέσης σε προσωπικό επίπεδο, αυτομάτως θα σήμαινε ότι οι ίδιες αναπαράγουν πατριαρχικά στερεότυπα και λειτουργούν ως τροχοπέδη στο κίνημα. Έτσι, οι φεμινίστριες δεν απέκλειαν μόνο τις γυναίκες που ήθελαν να εμπλακούν σε πρακτικές bdsm, αλλά και όλες αυτές που επέλεγαν να ακολουθήσουν στερεοτυπικές πρακτικές ομορφιάς, να υποβληθούν σε πλαστικές εγχειρίσεις, να κάνουν έκτρωση, να κάνουν ενσυνείδητες επιλογές ανάμεσα στην προσωπική και επαγγελματική τους ζωή ή ακόμα και να επιλέξουν να ασχοληθούν με τη σεξεργασία.
Με το πέρας των ετών είναι πλέον πολύ ξεκάθαρο ότι ο φεμινισμός είναι ένα κίνημα που δεν αφορά μόνο στις γυναίκες, αλλά σε όλα τα άτομα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο βρίσκονται σε μια θέση καταπίεσης ή/ και εκμετάλλευσης από τον καπιταλισμό και την πατριαρχία. Ο αποκλεισμός των ελεύθερων επιλογών από τα άτομα και ειδικότερα στο πλαίσιο των αγώνων για μια πιο ισότιμη κοινωνία όχι μόνο δεν οδηγεί προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά αντίθετα συμβάλλει στη διαιώνιση της καταπίεσης, καθώς και της σταδιακής μείωσης συμμάχων. Αν οι φεμινίστριες δεν «επιτρέπουν» σε μια γυναίκα να κάνει έκτρωση ή να επιλέξει τη σεξεργασία ως επάγγελμα, όταν αποκλείουν τρανς πρόσωπα και γενικότερα άτομα που δεν ανήκουν στο στενό δίπολο ταυτότητας φύλου, στο τέλος σε ποια θα μπορεί να βασιστεί και να ελπίσει; Πώς γίνεται πάντα να ψάχνουμε να βρίσκουμε τα στοιχεία που μας διαχωρίζουν αντί αυτών που μας θέτουν στην ίδια πλευρά;
Είναι συνεπώς ακόμα δυσκολότερο να μπορέσουμε να βρούμε τους τρόπους που μια γυναίκα cis μπορεί να διεκδικήσει το ρόλο της ως μαζοχίστρια στο πλαίσιο μιας ετεροκανονικής σχέσης. Πώς γίνεται μια γυναίκα να θέλει συνειδητά να μπει σε μια άνιση σχέση διατηρώντας στο ακέραιο την προσωπική, κοινωνική και πολιτική της ταυτότητα;
Πέρα από τις δυσκολίες που αναφέρθηκαν πιο πάνω, στη συγκεκριμένη προβληματική δεν πρέπει να αφήνουμε απ’έξω την ανωριμότητα της bdsm κοινότητας στην Ελλάδα, η οποία εξακολουθεί και αποτελεί πεδίο δράσης για άτομα (κυρίως cis het άντρες) με κακοποιητικές και παραβιαστικές συμπεριφορές. Υπογραμμίζεται πως τα πράγματα έχουν αλλάξει κατά πολύ την τελευταία δεκαετία και αυτές οι συμπεριφορές κάποια στιγμή αναδεικνύονται και απομονώνονται, ωστόσο η κοινότητά μας παραμένει πολύ πίσω σε σχέση με αυτές του εξωτερικού. Αρκετά από αυτά που κινούνται στον χώρο βλέπουν το bdsm ως μια lifestyle επιλογή, αγνοώντας όλη τη δουλειά που πρέπει να γίνει αναφορικά με τις προϋποθέσεις που πρέπει να ισχύουν για ασφαλείς πρακτικές. Και κυρίως αυτό που εκλείπει από την Ελληνική κοινότητα bdsm είναι η πολιτική ταυτότητα.
Ζούμε σε μια σεξιστική, ρατσιστική, ομοφοβική, τρανσφοβική, ικανοτιστική κοινωνία. Αυτό το γεγονός διαμορφώνει την ταυτότητά μας, τις πεποιθήσεις και τις επιθυμίες μας: είναι μέρος του εαυτού μας στο πιο θεμελιώδες γνωστικό επίπεδο. Μια επικρατούσα θεωρία στις kink κοινότητες είναι ότι το BDSM αποτελεί «παιδική χαρά» την εκδήλωση και συντήρηση παρορμητικών συμπεριφορών, αντικατοπτρίζοντας τη μη συναινετική δυναμική
της κοινωνικής δομής, τις διακριτικές/ σεξιστικές συμπεριφορές και την αέναη «χρήση» ατόμων για το προσωπικό όφελος ή απόλαυση.
Αυτό ισχύει σε κάθε περίπτωση για κάθε ένα από εμάς που δεν μπαίνει στη διαδικασία να επιμορφωθεί, να επικοινωνήσει με ειλικρίνεια και να συναισθανθεί. Και πρωτίστως ισχύει στο ακέραιο για κάθε ένα που παραμελεί ότι η πολιτική συνείδηση είναι μονόδρομος για τη διεκδίκηση της θέσης και της εικόνας μας σε όλες τις σφαίρες της ζωής μας, συμπεριλαμβανομένης και της πρακτικής bdsm.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι μια θηλυκότητα που είναι μαζοχίστρια είναι έτσι γιατί αυτό της αρέσει και το γνωρίζει αφού έχει κάνει τη «δουλειά» με την εαυτή της και ενσυνείδητα κάνει αυτή την επιλογή. Δεν το «αποφασίζει» από κεκτημένη ταχύτητα αφού έτσι της έμαθαν, ούτε επειδή νιώθει πως αν δεν πάρει αυτό το ρόλο θα βρεθεί στο περιθώριο. Είναι περίπου σαν τη συζήτηση που γίνεται σε σχέση με τα ομοφυλόφιλα άτομα: όχι, δεν μου αρέσουν οι γυναίκες επειδή δεν έχω ακόμα γνωρίσει τον κατάλληλο άντρα. Μου αρέσουν οι γυναίκες γιατί έτσι είμαι.-
Προσωπικά έχω πολύ μεγάλο θαυμασμό για όλα τα μαζοχιστά. Χρειάζεται πάρα πολύ μεγάλη συγκέντρωση, αυτοκυριαρχία και συνειδητότητα να παραδόσεις το σώμα και το μυαλό σου σε κάποιο άλλο να το χειριστεί, να το πονέσει, να το λυγίσει. Και χρειάζεται ακόμα μεγαλύτερη αυτογνωσία και δύναμη να οριοθετείσαι και να σταματάς ένα παιχνίδι τη στιγμή που εσύ το θέλεις (για οποιοδήποτε λόγο).
Ένα μαζοχιστό όμως πρέπει να έχει όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά για να μπορεί να παίζει ασφαλώς πρωτίστως τη σωματική και πνευματική υγεία του και δευτερευόντως γι’αυτή του παρτενέρ του. Η συνειδητότητα, η οριοθέτηση, η ενσυναίσθηση η αυτογνωσία και η δύναμη είναι «αρετές» που καλλιεργούνται (και) μέσα από την πολιτική ταυτότητα. Αν δεν αμφισβητήσουμε και επαναδομήσουμε το πολιτικό και κοινωνικό καθεστώς που θεωρεί φυσιολογική την a priori μειονεκτική θέση των γυναικών και όλων των υπολοίπων ατόμων που δεν ανήκουν στην κατηγορία cis het male, δεν μπορούμε να αγκαλιάσουμε την kink ταυτότητά μας, όποια και να είναι αυτή, καθώς τυφλά θα αναπαράγουμε πατριαρχικά στερεότυπα καταπίεσης.
Είναι λοιπόν πλέον ανάγκη να ανοίξουμε ένα μεγάλο διάλογο με ενσυναίσθηση και ειλικρίνεια για την ουσιαστική διάσταση των επιλογών μας, το πλαίσιο στο οποίο γίνονται και τις πολιτικές προεκτάσεις τους. Και κυρίως να δούμε με ποιο τρόπο μπορούμε να χτίσουμε πάνω σε όλα αυτά που μας φέρνουν κοντά και μας ενώνουν, αντί να καθόμαστε με κριτική να απορρίπτουμε τα σύμμαχά μας.
Join the sexolution: Για συμμετοχή στο sexpositive.gr κάνε κλικ εδώ

 

Ο κρατικός αυταρχισμός διαιωνίζει την έμφυλη βία

Ο κρατικός αυταρχισμός διαιωνίζει την έμφυλη βία 768 333 positiv
η φωτογραφία είναι από το: https://www.wearyourvoicemag.com/
Αθηνά Μιχαλακέα *
Στις σπασμωδικές προσπάθειες μιας κυβέρνησης που έρχεται να αντιμετωπίσει με όρους τιμωρού δικές της αποτυχίες και συστημικές ανισότητες, το ελληνικό φεμινιστικό κίνημα οφείλει να δηλώσει απερίφραστα ότι η συντηρητική αυτή στροφή δεν μπορεί να γίνει στο δικό του, το δικό μας όνομα.

Την περασμένη εβδομάδα δόθηκε στη δημοσιότητα το σχέδιο του Νέου Ποινικού Κώδικα. Από την προστασία του Περιβάλλοντος μέχρι την ενδοικογενειακή και σεξουαλική βία, η απάντηση της κυβέρνησης φαίνεται να συνοψίζεται στο δόγμα «Περισσότερη αστυνομία – περισσότερη φυλακή».

Η μετατροπή πλήθους εγκλημάτων από πλημμελήματα σε κακουργήματα, η αύξηση του συνολικού χρόνου παραμονής στη φυλακή και η επέκταση των ορίων της παραγραφής, καθώς και η αυστηροποίηση των προϋποθέσεων της υφ’ όρον απόλυσης των κρατουμένων από τα σωφρονιστικά ιδρύματα είναι ενδεικτικά της συντηρητικής αναδίπλωσης που επιχειρείται, ακυρώνοντας τις προσπάθειες φιλελευθεροποίησης του ποινικού συστήματος που επιχειρήθηκαν με τη μεταρρύθμιση του 2019.

Η στροφή αυτή είναι αναμενόμενη από μια νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση με ακροδεξιά χαρακτηριστικά, που καταφεύγει στην υπεραστυνόμευση και την καταστολή, από την αντιμετώπιση της πανδημίας μέχρι την κατάσβεση των πυρκαγιών, αγνοώντας τα μέσα πρόληψης.

Το κρίσιμο ερώτημα όμως είναι με πόση αμηχανία θα την αντιμετωπίσουν τα κινήματα που μάχονται για την κοινωνική απελευθέρωση, ο κόσμος της αριστεράς, της αναρχίας, του φεμινισμού. Μπορεί η κριτική για τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους να καλύπτει σημαντικό μέρος των θεωρητικών τους προσεγγίσεων, στην πράξη όμως υιοθετούν σε μεγάλο μέρος τους και τα ίδια τα αιτήματα για περισσότερη καταστολή, περισσότερη τιμωρία, περισσότερο (κρατικό, και όχι μόνο) αυταρχισμό. Το αίτημα «Να σκοτώσουμε τον μπάτσο που κρύβουμε μέσα μας» παραμένει μισό αιώνα μετά ακόμα επίκαιρο.

Στο πεδίο της Κριτικής Εγκληματολογίας αποτελεί κοινό τόπο το γεγονός ότι το Ποινικό Δίκαιο είναι ένα αρκετά άκαμπτο εργαλείο, το οποίο δεν μπορεί να επιλύσει σύνθετα κοινωνικά ζητήματα, πόσο μάλλον να αποκαταστήσει την κοινωνική ειρήνη και δικαιοσύνη. Επεκτείνοντας αυτή την προσέγγιση, το σύστημα της ποινικής δικαιοσύνης δεν μπορεί να θεωρείται ένα φεμινιστικό εργαλείο, όπως μας έχουν δείξει οι θεωρίες και πρακτικές του μαύρου ριζοσπαστικού φεμινισμού, ενός φεμινισμού που αγωνίζεται και για την κατάργηση των φυλακών.

Ο «φεμινισμός της κατάργησης» (abolitionist feminism), όπως έχει κωδικοποιηθεί από την εμβληματική μορφή του μαύρου μαρξιστικού φεμινισμού Αντζελα Ντέιβις βρίσκεται στον αντίποδα του λευκού, αστικού, φυλακιστικού (carceral) φεμινισμού, στοχεύοντας στην κατάργηση κατασταλτικών μηχανισμών, όπως η αστυνομία και η φυλακή, καταδεικνύοντας τις ρατσιστικές, σεξιστικές και καπιταλιστικές ρίζες τους. Μας καλεί να φανταστούμε ένα μέλλον στο οποίο οι φυλακές δεν θα είναι πια απαραίτητες και η ασφάλεια δεν θα εδράζεται σε εγγενώς βίαιους θεσμούς όπως η αστυνομία.

Μετά το ξέσπασμα του ελληνικού #MeToo και τις τρομακτικής συχνότητας ειδήσεις για νέες γυναικοκτονίες, μέρος του φεμινιστικού χώρου προέταξε ως κυρίαρχο αίτημα τις μεγαλύτερες ποινές για πλήθος εγκλημάτων που συνδέονται με την έμφυλη και σεξουαλική βία. Η βία κατά των γυναικών πράγματι έχει πανδημικές διαστάσεις και χρειάζεται να αντιμετωπιστεί.

Το πρόταγμα της περαιτέρω αυστηροποίησης του ποινικού νόμου όμως πάσχει∙ αφενός γιατί δεν στοχεύει στην πρόληψη (το ύψος της ποινής αποδεδειγμένα δεν λειτουργεί αποτρεπτικά για τον δράστη, όπως μας δείχνουν στατιστικές σε χώρες όπου ισχύει η θανατική ποινή), αφετέρου γιατί παραγνωρίζει το γεγονός ότι η κρατική βία αποτελεί προέκταση της διαπροσωπικής και ενδοοικογενειακής βίας και δεν μπορεί να εξαλειφθεί καθιστώντας αντικείμενά της τους δράστες.

Οπως υποστηρίζει η εγκληματολόγος Μπεθ Ρίτσι, ένας φεμινισμός που βασίζεται στην ποινικοποίηση όχι μόνο θα αποτύχει να απαλλάξει τον κόσμο από την έμφυλη βία, αλλά θα ενισχύσει και τους ίδιους τους θεσμούς που ευθύνονται για την αναπαραγωγή των συνθηκών, οι οποίες προκαλούν την εξάπλωση τόσο της διαπροσωπικής, όσο και της κρατικής βίας 1.

Ο φυλακιστικός φεμινισμός, άθελά του, τροφοδοτεί τις πρακτικές του κρατικού αυταρχισμού και συμβάλει στη διαιώνιση των δομικών σχέσεων εξουσίας.

Επιστρέφοντας στην Ντέιβις, «αν θέλουμε απλώς να γίνουμε αυτό που ήταν οι λευκές ανδρικές ελίτ στο παρελθόν, αντιγράφουμε επακριβώς τις δομές που θα συνεχίσουν να διαιωνίζουν τη βία την οποία αντιπαλεύουμε, αν δεν τις αμφισβητήσουμε, αν δεν αντισταθούμε στο ίδιο το νόημα των ιεραρχιών εξουσίας, τότε είναι σαν να λέμε ότι οι γυναίκες αγωνίζονται απλώς για το δικαίωμα να είναι εξίσου βίαιες με τους άνδρες -κι αυτό δεν θα είχε κανένα απολύτως νόημα» 2. Και για να θυμηθούμε και την Οντρ Λορντ, «τα εργαλεία του αφέντη δεν θα γκρεμίσουν ποτέ το σπίτι του αφέντη».

Σαφώς το αίτημα της κατάργησης των φυλακών στο σήμερα μπορεί να φαντάζει ουτοπικό. Ομως, όπως τονίζει συχνά η Ντέιβις, αν έχουμε καταφέρει στον φεμινισμό να αμφισβητήσουμε ό,τι έμοιαζε ως κανονικότητα, από τους παραδοσιακούς έμφυλους ρόλους ώς το δίπολο του φύλου, αν αμφισβητούμε την κανονικότητα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, μπορούμε να προσπαθήσουμε να φανταστούμε ξανά τη δικαιοσύνη, μέσω ενός συστήματος που δεν θα βασίζεται στην εκδίκηση.

Στις σπασμωδικές προσπάθειες μιας κυβέρνησης που έρχεται να αντιμετωπίσει με όρους τιμωρού δικές της αποτυχίες και συστημικές ανισότητες, το ελληνικό φεμινιστικό κίνημα οφείλει να δηλώσει απερίφραστα ότι η συντηρητική αυτή στροφή δεν μπορεί να γίνει στο δικό του, το δικό μας όνομα. Να αντιτάξει προτάσεις ουσιαστικής καταπολέμησης των ανισοτήτων και του σεξισμού, ενδυνάμωσης των γυναικών και των κουήρ υποκειμένων, δομές φροντίδας και αποκατάστασης των θυμάτων. Να εργαστεί για μια δικαιοσύνη που θα στοχεύει στην εξάλειψη των κοινωνικών συνθηκών που παράγουν το έγκλημα και στον ριζικό μετασχηματισμό των σχέσεων εξουσίας.

*H Αθηνά Μιχαλακέα είναι Δικηγόρος και υπ. Δρ Κριτικής Θεωρίας του Δικαίου, Κολέγιο Birkbeck, Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Την ευχαριστούμε θερμά για την παραχώρηση του άρθρου.

Πρώτη δημοσίευση Εφσυν: https://www.efsyn.gr/nisides/312916_o-kratikos-aytarhismos-diaionizei-tin-emfyli-bia

Join the sexolution: Για συμμετοχή στο sexpositive.gr κάνε κλικ εδώ

 

 


1. Richie, B., Arrested Justice: Black women, violence and America’s prison nation, NYU Press, 2012
2. Davis, A., Φεμινισμός της κατάργησης – Θεωρίες και πρακτικές του καιρού μας, Ενδέκατη ετήσια διάλεξη στη μνήμη του Νίκου Πουλαντζά 2017, εκδόσεις Νήσος, 2018