Photo by Rajiv Bajaj on Unsplash
for the english version click here
Σαγήνη*
Κάθε πρωί ήταν η πιο δύσκολη ώρα της μέρας, κάθε ξύπνημα ήταν ένας βασανισμός. Από τον πρώτο χτύπο του ρολογιού ο οποίος γινόταν κατά τις 9 , άνοιγα τα μάτια μου. Μαζί με τα παράθυρα του εαυτού μου άνοιγαν και τα αλουμινένια πάνω από μια εκθετικά παρανοϊκά πόλη ,κάπου στο κέντρο της Αθήνας, στο κέντρο της Ελλάδας. Ένας υπεροργανισμός σαν μια φωλιά μυρμηγκιών ,όπου όλοι συνεργάζονταν για την προστασία της βασίλισσας: το χρήμα και τον έρωτα. Για μένα ήταν το κέντρο του κόσμου.
Μαζί με την πρωινή μου ρουτίνα ξεκινούσαν αυτόματα οι ταχυπαλμίες , ο φόβος και η έξαψη για την ημέρα μου. Δεν ήμουν μια συνηθισμένη φοιτήτρια. Δεν πήγαινα στην σχολή , δεν έτρωγα στη λέσχη και δεν μου έστελναν λεφτά οι γονείς μου. Πάντα είχα κάτι παραπάνω από τα απαραίτητα για εμένα και αυτούς που έως τώρα βλέπω σαν δικά μου παιδιά, τους φίλους μου. Μέσα στις εστίες υπήρχαν κατεστραμμένα περιβάλλοντα , με τάση στην μετεφηβεία , τις καταχρήσεις και την αντιμετώπιση της ζωής σαν βιντεοπαιχνίδι. Εάν παίξω καλά , ίσως και ζήσω. Ήταν προνόμιο να μπορώ να εκπληρώνω όλα τα παραπάνω με την συμβολή χρημάτων. Και κάπου εδώ πρέπει να έρθω σε επαφή με τα συναισθήματα μου.
Έως και τώρα αντιμετωπίζω τον εαυτό μου σαν ένα τρίτο άτομο, σκέφτομαι τι θα ένιωθε κάποιος στην θέση μου και αποφασίζω να μιλήσω για αυτά όποτε με ρωτάνε. Μα τώρα , και σήμερα και καθώς τα χέρια μου τρέχουν στο πληκτρολόγιο – μακάρι να ήμουν μια από τις κλασσικές , να έγραφα σε λευκό χαρτί με μαύρα γράμματα- θα εκφραστώ αυθεντικά και αφιλτράριστα , γιατί αυτό είναι η κατάρα της γραφής.
Πίσω στην πρωινή μου επιτηδευμένη κινηματογραφική ζωή. Πάντα πρόσεχα την υγιεινή μου , γιατί έτσι ήταν οι κανόνες της εργασίας. Περιποιημένα άκρα , σαγηνευτική μυρωδιά, ολόισιο ξανθό μαλλί, προσεγμένα και διακριτικά βαμμένη- δεν ήθελες να μοιάζεις με γυναίκα άλλωστε, μα με κοριτσάκι- σώμα χωρίς τρίχες , γιατί έτσι επιτάσσουν τα κοινωνικά πρότυπα και η πορνοπαιδεία για την γυναίκα . Αυτή η σιχαμένη απάθεια που κάθε μέρα έβγαζα από την ντουλάπα και με εφοδίαζε για να αντέξω την ζωή. Ποτέ δεν χώνεψα την ιδέα πως είμαι το ωραίο φύλο. Ωραία κάνει μια γυναίκα η αιχμηρότητα του όχι της , η τρεχούμενη φαντασία του χιούμορ της, η δυναμικότητα της στοργής της, η ακατέργαστη διανόηση της και εγώ πάντα ήμουν ωραία στα μάτια των άλλων για τα δικά μου μάτια. Αυτό ήταν ανέκαθεν μια στενάχωρη απεικόνιση του εαυτού μου στα κεφάλια των άλλων. Φαντάζομαι πως η ευαισθησία σε αυτόν τον κόσμο , είτε θα σε κάνει να καταστρέψεις τον εαυτό σου ή τους υπόλοιπους, και εγώ επειδή είμαι μετρημένη, η σκέψη μου απαρτίζεται από αλληλουχίες, αποφάσισα να τα κάνω ένα- ένα.
Ένα μήνυμα , με μια διεύθυνση για ένα σπίτι ή ένα ξενοδοχείο , ένας αριθμός δωματίου ή ορόφου και ένα όνομα ήταν αυτά που περίμενα πάντα, μα ποτέ δεν ήθελα να έρθουν. Ερχόντουσαν από την dealer μου, μια γυναίκα που πληρωνόταν να μου κλείνει ραντεβού με άντρες κατά κύριο λόγο, με σκοπό να τους κάνω μασάζ. Κυρίως αυτό έλεγα στους γύρω μου . Με ενημέρωνε για όλες τις ιδιαιτερότητες τους, αφού πρώτα είχε πάει η ίδια σε αυτούς ,για λόγους ασφαλείας. Αυτά τα μηνύματα με διέκοπταν από ένα γέλιο και έφερναν στην επιφάνεια την κυνικότητα και την αρρώστια που συνοδεύει τις υπάρξεις μας. Ανέβαζαν από αυτήν την βαθιά και απύθμενη λίμνη του συλλογικού ασυνείδητου όλα αυτά που τριγυρίζουν στα κεφάλια όλων , όμως τα τιτλοφορούν ως ανωμαλία. Η εργασία μου είναι στο περιθώριο γιατί είναι κακοποιητική, κάτι για το οποίο η κοινωνία έχει βαθιά συνείδηση αλλά και μεγάλη ανάγκη από αυτήν, αφού απαρτίζεται από τα δύο βασικά συστατικά της σύγχρονης βιώσιμης ζωής : το χρήμα και τον έρωτα. Την στιγμή που ο ήχος ενός μηνύματος ταξίδευε στα τύμπανα μου παραδόξως ένιωθα τόσο δυνατή που δεν ασθενώ ενώ βρίσκομαι μέσα στις φλέβες μια κοινωνικής λευχαιμίας. Έτσι αμυντικά ατρόμητη , μασουλούσα την τσίχλα μου και ξεκινούσα .
Πάντα στην διαδρομή κοιτούσα λευκούς προνομιακούς άντρες μέσα στα μάτια, μέσα από λευκά φώτα μέσων μεταφοράς ή κάτω από τον λαμπερό ήλιο που τους χτυπούσε στα μάγουλα και ύστερα κατέβαζα το βλέμμα. Έπαιρνα δύο ανάσες εκεί που χωρούσε μια και ξαναέλεγα τα ίδια ψέματα που μου είχαν πει από το γραφείο: ‘’ Εκμεταλλεύσου την πατριαρχία , αν δεν μπορείς να την πολεμήσεις΄΄. Για μια στιγμή αναθάρρευα και ένιωθα σίγουρη για το τι πάω να κάνω, μα πάντα δάγκωνα και μάτωνα τα χείλη μου από το φόβο. Ήταν μια εξευτελιστική εμπειρία για όλους τους άλλους , εκτός από εμένα λογικά. Έχεις προσέξει πως όταν μιλάμε για πράγματα που έχουν πάψει να υπάρχουν στην ζωή μας, μιλάμε σε παρελθοντικούς χρόνους; Λες και τώρα έχουν σταματήσει να υπάρχουν. Αυτό το ονομάζω μικρό θάνατο ,και μαζί με την δολοφονία του σκοτώνω και ένα κομμάτι μου. Και έτσι σαπίζεις από μέσα σου σιγά- σιγά , μα τουλάχιστον σκέφτεσαι και δεν ζεις υπέροχα.
Έπαιρνα ταξί που σχεδόν καθημερινά με οδηγούσαν στα ξενοδοχεία ημιδιαμονής . Ήξεραν για αυτά τα μέρη αφού υπήρχαν σε όλες τις γειτονίες. Οι υπάλληλοι των ταξί , μικροαστοί άνθρωποι , επηρεασμένοι βαθύτατα από την πατριαρχία είχαν την ανάγκη να επιδείξουν τον ανδρισμό τους υποτιμώντας μια σεξεργάτρια , κατά πλειοψηφία στην ηλικία της κόρης τους. Εκείνες τις στιγμές άναβα ένα τσιγάρο και ένιωθα άδεια. Όχι δεν υπήρχε μένος απέναντι στο πρόσωπο του , μόνο ένα μειδίαμά στο δικό μου. Δεν έμπαινα ποτέ στην διαδικασία να εξηγήσω τις πεποιθήσεις μου ή να του μιλήσω για ποίηση για να ξεπεράσει την εικόνα για μια τελειωμένη νυμφομανή νέα που είχε στο κεφάλι του για εμένα. Δεν το έκανα όχι γιατί ήμουν μια δυναμική γυναίκα που δεν την ένοιαζε τι πίστευε κάποιος για αυτήν, αλλά γιατί πίστευα πως μου άξιζε αυτή η αντιμετώπιση. Και εκεί είναι που μοιάζαμε εγώ και αυτός ο ταξιτζής , στα υπολείμματα μισογυνισμού και πατριαρχίας, και πόσο λυπάμαι που χώραγε το μυαλό αυτά για τα οποία μιλούσε.
Με κατεύθυνε στα μέρη στα οποία πωλούταν ο αισθησιασμός με το κιλό μακριά από οικογενειακές στιγμές και την κάρτα που χτυπάς πριν μπεις στην εταιρεία. Εκεί οι άνθρωποι ήταν ελεύθεροι να σε ψωνίσουν από μια φωτογραφία σε ένα σαιτ, σαν να είσαι ένα κομμάτι φρέσκο κρέας. Εκεί σε περίμεναν ημίγυμνοι , και ένιωθαν άνετα να σε φέρουν σε δύσκολη θέση με απόλυτη άνεση. Σε καλωσόριζαν με το όνομα σου , και σου έσφιγγαν το χέρι ασφυκτικά δυνατά , για να επισημάνουν πως αφού σε πληρώνουν είσαι εγκλωβισμένη και τους ανήκεις. Ήταν πελάτες σου. Αντίκριζες κυρίως πλούσιους και μεσοαστούς που ψάχνανε αυτό το νόημα , μα τουλάχιστον βρίσκαν τον έρωτα – επί πληρωμή . Χασάπηδες , χρηματιστές , αρχιτέκτονες που πολλές φορές ήθελαν απλά να πιείτε κρασί και να μιλήσετε. Απλά άκουγα και προσποιούμουν ότι συμπονούσα την μοναξιά τους. Ήταν τα πλάσματα που άκουγα σε παραμύθια σαν παιδί με κενά βλέμματα , κρύα χέρια και υπήρχαν κάτω από το κρεβάτι σου ακόμα και όταν ήσουν μόνη σου στο δωμάτιο . Και στις δύο περιπτώσεις τα φώτα ήταν κλειστά. Έβγαζαν απόκοσμους ήχους , που ακουγόντουσαν σαν παραμορφωμένα τραγούδια και που και που ξεχώριζες κάποια λέξη. Λοιπόν αυτές οι λέξεις επαναλαμβάνονται και δεν ξέρω αν έτσι θεωρείται λειτουργικός ο εγκέφαλος μου. Αναγνωρίζω το κλισέ του επακόλουθου , όμως και την αλήθεια του. Πόσο ταπεινωμένη ήσουν με τα λάδια να λερώνουν τα ρούχα σου και τα νύχια σου να έχουν δέρμα μέσα τους. Ξέρεις, ο κάθε άνθρωπος έχει την δική του φυσική μυρωδιά , μα για εμένα εκείνη την περίοδο η μυρωδιά μου ήταν οι αισχρολογίες , ένα αντρικό αποσμητικό , το τσιγάρο και οι χωματερές.
Ο φυσικός πόνος είναι στην λήξη αυτής της παράστασης παραλογισμού. Όταν βγαίνεις από το μπάνιο και τα λεφτά σε περιμένουν στην άκρη ενός λευκού σεντονιού, που κάποιος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να διαχωρίσει το οξυγόνο από την εισπνοή. Τότε είναι που ο πόνος σε ακουμπάει και έρχεται μια ολόκληρη ζωή με πατεράδες να σου φωνάζουν να μην βγεις έτσι έξω , σαν πόρνη , με συντρόφους να σε λένε εύκολη , με διαφημίσεις να υπονοούν πόσο πρόστυχη είσαι με αυτό το βαθύ ντεκολτέ και με την κοινωνία να σε δείχνει με το ένα δάχτυλο και μια λαοθάλασσα να σου φωνάζει ‘’Τι περίμενες;’’. Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα ένοχη, αλλά ήμουν θύμα ενός κύκλου σεξεργασίας.
Αναδυόμενη και γέννημα θρέμμα ενός αστικού τοπίου , που είμαι σίγουρη πως ενέπνευσε πολλαπλές ταινίες κοινωνικής δυστοπίας , ξεκίνησα από μικρή να αντιλαμβάνομαι τις παθογένειες μέσα στον ιστό του. Από το σχολικό κώδικα ένδυσης ως και την διαφορετική αντιμετώπιση των γονέων ανάμεσα σε εμένα και τον αδερφό μου ήμουν καταδικασμένη στα διαφορετικά μου χρωμοσώματα. Όλη η βιομηχανία την καπιταλιστικής προώθησης έφερνε μπροστά στα παιδικά μου μάτια κούκλες, ψηλές , αδύνατες και πλαστικές. Αργότερα κατάλαβα πως με προετοίμαζε να προσληφθώ και εγώ ως μια βιτρίνα από καφετέριες μέχρι έναν φωτογραφικό φακό . Ο μόνος τρόπος να ξεφύγω και ίσως να αναμετρηθώ σε διανοητικούς εργασιακούς αγώνες ήταν να γίνω δυναμική δικηγόρος ή γιατρός όπου με την πρώτη αναποδιά κάποιος θα μου πρόσαπτε τον χαμηλό μου κώλο και όχι την επαγγελματική μου ιδιότητα. Δεν είναι μια μικρή νίκη να ισοσταθμίζονται οι μισθοί ανάμεσα στα δύο φύλα , αλλά μην γελιόμαστε, ο πραγματικός πόλεμος έγκειται στην νοοτροπία του ωραίου σε σχέση με το δυνατό. Η δυναμικότητα ενός κυνηγού , ένα σαθρό στερεότυπο για τους άντρες, είναι σε θέση και σχεδόν επιβάλλεται να κατακτήσει το ωραίο – με την μόνη προϋπόθεση το ωραίο να είναι εκεί. Πληρωνόμαστε για να τοποθετούμαστε ως λαμπερά τρόπαια κατάκτησης στον άθλο ενός αρρωστημένου κυνηγιού ανάμεσα μας. Τι το διαφορετικό έχει η σεξεργασία με οποιαδήποτε άλλη εργασία σκέφτηκα. Τουλάχιστον δεν θα υποκρίνομαι πως δεν πληρώνομαι για την εμφάνιση μου. Και αν αυτό ακόμα δεν το βλέπεις ρίξε μια ματιά στην υποδοχή του κλαμπ, στις τηλεπαρουσιάσεις, στις ινφλουενσερ.
Μα παρόλα αυτά δεν είναι μόνο η σεξουαλικοποίηση και η βαθιά ριζωμένη πεποίθηση της καταναλωτικής ανάγκης που καταλήγει τα αρσενικά να μετράνε την αίγλη τους στον αριθμό γυναικών και στα ρολόγια τους, είναι και ο εσωτερικευμένος μισογυνισμός. Είναι οι μαμάδες μας που παρακολουθούν σειρές με μια γυναίκα να δέχεται σεξουαλική παρενόχληση και να διαστέλλονται οι κόρες τους από το πώς τόλμησε να διεγείρει τον πόθο ενός παντρεμένου. Είναι οι φίλες μας που ψαλιδίζουν την αυτοπεποίθηση μας για τα μακρύτερα μαλλιά μας και τα μεγαλύτερα στήθη μας. Είναι οι receptionists που μόλις άκουγαν ότι έχω ραντεβού στο 302 , γελούσαν. Είναι η βιομηχανία της μόδας, τα συγκεκριμένα νούμερα της και οι στυλίστριες που μιλάνε για diversity σ ’έναν χώρο που βασίζεται στον διαχωρισμό του όμορφου και το άσχημου. Ειρωνεία. Είναι ο ανταγωνισμός που διογκώνεται μέσα στο απέραντο άστυ και μένει λίγος χώρος για αυτόν σε κάθε μυαλό θηλυκότητας.
Σαφώς και η πατριαρχία θίγει και την αρσενική πλευρά με άπειρους καταπιεστικούς τρόπους , αλλά η αλήθεια δεν είναι πως είμαι εδώ για μιλήσω για αυτό. Είμαι εδώ για να καταθέσω ένα κομμάτι των λόγων που ο φεμινισμός χρειάζεται να είναι υπαρκτός και ηχηρός. Είμαι μια λευκή προνομιούχα γυναίκα και αντιλαμβάνομαι τον σεξισμό και την πατριαρχία σε κάθε μου μεσοβαλκανικό κύτταρο.
Μα η άβυσσος είναι αβάσταχτη και πολλές φορές έπαιρνα ένα διάλειμμα και πήγαινα μέχρι το μπάνιο για να ρίξω κανένα κλάμα. Ύστερα έβγαινα πάλι έξω και πλάγιαζα στο κρεβάτι μαζί τους , ανεπηρέαστη από το τι είναι η πραγματικότητα. Πραγματικότητα για εμένα ήταν ότι κάποια στιγμή αυτό θα τελειώσει και ζούσα μόνο για εκείνη την στιγμή. Έτσι κατάλαβα για τα ετεροχρονισμένα μου συναισθήματα. Δεν προλάβαινα να βιώσω την κατάσταση μόνο να την ξεπεράσω. Είσαι ο πιο αρρωστημένος αν νιώθεις υγιής εδώ που ζούμε;
*Η Σαγήνη είναι μια που ψάχνει ακόμα το όνομα της. Τα ψευδώνυμα έχουν πιάσει τόπο.