*Λίζα Αστερίου
Πολυφοβία είναι οι διακρίσεις τις οποίες υφίστανται τα πολυγαμικά και πολυσυντροφικά άτομα – ο όρος πλάστηκε κατ’ αναλογία με την ομοφοβία, την αμφιφοβία και την τρανσφοβία. Βλέπετε, η κοινωνία όπου ζούμε μας έχει μάθει να πιστεύουμε ότι κάθε είδος σχέσης πέρα από το πολυδιαφημισμένο ετεροφυλόφιλο μονογαμικό ζευγάρι πάει κόντρα στην «ανθρώπινη φύση». Μας λέει ότι οι ανοιχτές σχέσεις δεν μπορούν να λειτουργήσουν γιατί οι άνθρωποι από τη φύση τους είναι κτητικοί, ζηλιάρηδες, εγωιστές, ανασφαλείς, καταπιεστικοί. Θεωρούν τον/τη σύντροφό τους ιδιοκτησία τους, όπως ακριβώς το κινητό τους, την οδοντόβουρτσά τους και … το βρακί τους!
Μέσα σ’ ένα καπιταλιστικό σύστημα που δοξάζει την έννοια της ιδιοκτησίας και την κατοχή όσο το δυνατόν περισσότερο πραγμάτων, θεωρείται «φυσικό» να αντιμετωπίζουμε τον/τη σύντροφό μας σαν ένα ακόμη αντικείμενο που βρίσκεται στην κατοχή μας. Κι όπως τα πράγματά μας οφείλουμε να τα περιφρουρούμε μην τυχόν και μας τα κλέψει κανείς, το ίδιο κάνουμε με τους ανθρώπους. Έτσι, μας φαίνεται «φυσιολογικό» να ασκούμε έλεγχο πάνω σ’ ένα άλλο πρόσωπο, λες και το κορμί του, η καρδιά του και ο χρόνος του ανήκει σε μας κι όχι σ’ εκείνο. Αντί για σχέσεις αγάπης, δημιουργούμε σχέσεις αστυνόμευσης, συναισθηματικών εκβιασμών και ψυχολογικής βίας.
Ωστόσο, όταν χάνεται η ελευθερία, χάνονται και πολλά άλλα πράγματα – ίσως γιατί αποτελεί βαθιά ανθρώπινη ανάγκη. Πόσες φορές έχουμε ακούσει ανθρώπους να παραπονιούνται για την πλήξη και τη ρουτίνα μέσα στη σχέση τους; Άραγε, τι είναι αυτό που δημιουργεί αυτά τα φαινόμενα; Πλήττει κανείς όταν κάνει πράγματα που δεν τον ενδιαφέρουν – ή όταν εμποδίζεται από το να κάνει αυτά που θα ’θελε. Φαντάζομαι πως η πιο τρομαχτικά βαρετή εμπειρία είναι να βρεθεί κανείς κλεισμένος για χρόνια στο κελί μιας φυλακής.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στην προσωπική μας ζωή. Θυσιάζουμε την ελευθερία για χάρη της αγάπης και τελικά χάνουμε και τη μία και την άλλη. Γιατί, κακά τα ψέματα, όταν η σχέση μετατρέπεται σε φυλακή, το άλλο πρόσωπο παύει να ’ναι σύντροφος. Γίνεται δεσμοφύλακας.
Ζούμε σε μια κοινωνία όπου κυριαρχεί η μονοκανονικότητα (αγγλ. mononormativity), όρος που πλάστηκε κατά το ετεροκανονικότητα (αγγλ. heteronormativity). Βομβαρδιζόμαστε από μια αδιάκοπη προπαγάνδα που υποστηρίζει ότι μόνο οι μονογαμικές και ετερόφυλες σχέσεις είναι αποδεκτές.* Όλες οι υπόλοιπες στιγματίζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Φυσικά, υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να ζουν μονογαμικά επειδή έτσι έχουν επιλέξει ή νιώθουν ότι αυτή είναι η φύση τους. Έχουν κάθε τέτοιο δικαίωμα. Η κριτική που ασκούμε δεν στρέφεται ενάντια στη μονογαμία ως επιλογή αλλά ενάντια στη μονοκανονικότητα.
Το πρότυπο αυτό αφήνει απ’ έξω έναν πολύ μεγάλο αριθμό ανθρώπων, οι οποίοι υφίστανται τεράστιες πιέσεις να ακολουθήσουν έναν τρόπο ζωής που δεν τους ταιριάζει. Αν δεν υποκύψουν, κινδυνεύουν να καταλήξουν «μοναχικές ψυχές», οι οποίες δεν μπορούν να κάνουν παρά μόνο ευκαιριακές κι επιφανειακές σχέσεις, αφού αυτά τα άτομα θεωρούνται ακατάλληλα για «σοβαρό δεσμό». Κι αν ήδη έχουν κάνει οικογένεια, κινδυνεύουν να τη χάσουν εφόσον τολμήσουν να μιλήσουν ανοιχτά για τις ανάγκες τους. Η περιθωριοποίηση και ο στιγματισμός είναι υπαρκτοί κίνδυνοι μέσα σε μια πολυφοβική κοινωνία, ειδικά αν μένει κανείς σε κάποιο μικρό μέρος – η ελληνική επαρχία δεν φημίζεται για το ανοιχτό μυαλό της.
Έτσι, πάρα πολλοί άνθρωποι επιλέγουν την «εύκολη λύση», δηλαδή την υποκρισία. Εξάλλου, στην εποχή του Διαδικτύου είναι πολύ εύκολο να κάνει κανείς «διακριτικές γνωριμίες», πράγμα που χιλιάδες παντρεμένοι/ες αξιοποιούν κατά κόρον. Στη χώρα μας η «απιστία» μπορεί να θεωρείται μεν ηθικά απαράδεκτη, ωστόσο στην πράξη αποτελεί πάγια τακτική – ειδικά για τους άνδρες. Αλλά και οι γυναίκες ακολουθούν κατά πόδας. Έχω συζητήσει αρκετές φορές το θέμα των ανοιχτών σχέσεων με φίλες. Η απάντηση που παίρνω συνήθως είναι «και γιατί να του το πεις; Κάν’ το στα κρυφά. Εγώ αυτό κάνω τόσα χρόνια!».
Το ψέμα είναι πιο εύπεπτο από την αλήθεια. Δεν θίγει τα ταμπού, δεν απειλεί τα ιερά και τα όσια. Δεν μας υποχρεώνει να δούμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη. Απλώς κρύβει τα προβλήματα κάτω απ’ το χαλί και επιτρέπει στο status quo να παραμείνει όπως έχει. Κι έτσι, ως κοινωνία διατηρούμε μια επίφαση μονογαμίας την ίδια στιγμή που η συζυγική «απιστία» έχει χτυπήσει κόκκινο.
* Για την έννοια της μονοκανονικότητας και την επιρροή της πάνω στην ψυχολογία των σχέσεων, βλ. Robert van Tol, Non-monogamous Relationships in Relationship Counselling: Building an Understanding of the Plurality of Relationship Structures in a Monogamy-normative Society and Relating it to Ideas within Transactional Analysis, MSc in Transactional Analysis Counselling Queen Margaret University, January 2015, http://goo.gl/6a8VKm.
Το παραπάνω κείμενο αποτελεί απόσπασμα του δοκιμίου «Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία», που περιλαμβάνεται στο συλλογικό βιβλίο Δώδεκα Ερωτικές Διαδρομές, εκδ. Πηγή.
Η Λίζα Αστερίου σπούδασε ψυχολογία και φιλολογία. Δραστηριοποιείται στο αντιρατσιστικό-αντιφασιστικό, το πολύχρωμο και το γυναικείο κίνημα. Συντονίζει την ομάδα «Ανοιχτές Σχέσεις», ενώ κατά καιρούς κάνει ομιλίες και βιωματικά εργαστήρια.
Ιστοσελίδα: https://polysyntrofikotita.com/
Facebook: www.facebook.com/anoixtes.sxeseis