«Αντι-έμφυλος» φασισμός

«Αντι-έμφυλος» φασισμός

«Αντι-έμφυλος» φασισμός 1485 1025 positiv

Judith Butler*

Τον Ιούνιο, το ουγγρικό κοινοβούλιο ψήφισε με συντριπτική πλειοψηφία την κατάργηση κάθε διδασκαλίας που σχετίζεται με την «ομοφυλοφιλία και την αλλαγή φύλου» από τα δημόσια σχολεία, συσχετίζοντας τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ και τη σχετική εκπαίδευση με την παιδεραστία και την ολοκληρωτική πολιτιστική πολιτική. Τέλη Μαΐου, Δανοί βουλευτές ενέκριναν ένα ψήφισμα κατά του «υπερβολικού ακτιβισμού» σε ακαδημαϊκά ερευνητικά περιβάλλοντα, περιλαμβάνοντας τις σπουδές φύλου, τις θεωρίες περί φυλής, τις μετααποικιακές και μεταναστευτικές σπουδές στη λίστα των ενόχων. Τον Δεκέμβριο του 2020, το ανώτατο δικαστήριο της Ρουμανίας απέρριψε έναν νόμο που θα απαγόρευε τη διδασκαλία των «θεωριών έμφυλης ταυτότητας», αλλά η συζήτηση εκεί μαίνεται. Στην Πολωνία, τρανσφοβικοί που θέλουν να καθαρίσουν την Πολωνία από τις διαβρωτικές πολιτιστικές επιρροές των ΗΠΑ και της Αγγλίας κήρυξαν μια σειρά από χώρους «ελεύθερους από τρανς άτομα». Η αποχώρηση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης τον Μάρτιο προκάλεσε ρίγη στην ΕΕ, καθώς μία από τις κύριες ενστάσεις της ήταν οι ρυθμίσεις περί προστασίας των γυναικών και των παιδιών από τη βία, και το «πρόβλημα» αυτό συνδέθηκε ρητά με την ξένη λέξη «gender».

Οι επιθέσεις στη λεγόμενη «έμφυλη ιδεολογία» έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια σε όλο τον κόσμο, κυριαρχώντας στη δημόσια συζήτηση που πυροδοτείται από ηλεκτρονικά δίκτυα και υποστηρίζεται από μεγάλες δεξιές καθολικές και ευαγγελικές οργανώσεις. Αν και δεν συμπίπτουν σε όλα μεταξύ τους, οι ομάδες αυτές συμφωνούν ότι η παραδοσιακή οικογένεια δέχεται επίθεση, ότι τα παιδιά στην τάξη δασκαλεύονται πώς να γίνουν ομοφυλόφιλοι και ότι το «κοινωνικό φύλο» είναι μια επικίνδυνη, αν όχι διαβολική, ιδεολογία που απειλεί να καταστρέψει οικογένειες, τοπικές κουλτούρες., τον πολιτισμό, ακόμα και τον ίδιο τον «άνθρωπο» [man].

Δεν είναι εύκολο να ανασυγκροτήσει κανείς πλήρως τα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί το κίνημα κατά της έμφυλης ιδεολογίας, διότι δεν αντέχουν σε στοιχειώδη έλεγχο συνέπειας ή συνοχής. Μαζεύουν και εξαπολύουν εμπρηστικούς ισχυρισμούς για να κατανικήσουν αυτό που θεωρούν ως «έμφυλη ιδεολογία» ή «σπουδές φύλου» με οποιοδήποτε ρητορικό μέσο. Για παράδειγμα, αντιτίθενται στο «κοινωνικό φύλο» επειδή υποτίθεται ότι αρνείται το βιολογικό φύλο ή επειδή υπονομεύει τον φυσικό ή θεϊκό χαρακτήρα της ετεροκανονικής οικογένειας. Φοβούνται ότι οι άνδρες θα χάσουν την κυρίαρχη θέση τους ή θα απαξιωθούν ανεπανόρθωτα αν αρχίσουμε να σκεφτόμαστε με βάση το φύλο. Πιστεύουν ότι τα παιδιά καθοδηγούνται να αλλάξουν φύλο, στρατολογούνται ενεργά από γκέι και τρανς άτομα ή πιέζονται να δηλώσουν ότι είναι ομοφυλόφιλοι σε εκπαιδευτικά περιβάλλοντα όπου κάθε ανοιχτός λόγος για το φύλο εμφανίζεται γελοιογραφικά ως μια μορφή κατήχησης. Και ανησυχούν ότι, σν κάτι που ονομάζεται «φύλο» γίνει κοινωνικά αποδεκτό, θα εξαπολυθεί στη γη μια πλημμύρα σεξουαλικών διαστροφών όπως η κτηνοβασία και η παιδεραστία.

Το κίνημα αυτό είναι εθνικιστικό, τρανσφοβικό, μισογυνιστικό και ομοφοβικό, αλλά ο κύριος στόχος του είναι να ανατρέψει την προοδευτική νομοθεσία που κατέκτησαν τις τελευταίες δεκαετίες τόσο από ΛΟΑΤΚΙ όσο και από φεμινιστικά κινήματα. Πράγματι, όταν όλοι αυτοί επιτίθενται στο «φύλο» αντιτίθενται στην αναπαραγωγική ελευθερία των γυναικών και στα δικαιώματα των μονογονέων· αντιτίθενται στην προστασία των γυναικών κατά του βιασμού και της ενδοοικογενειακής βίας· και αρνούνται τα νομικά και κοινωνικά δικαιώματα των τρανς ατόμων μαζί με μια πλήρη σειρά νομικών και θεσμικών εγγυήσεων απέναντι σε έμφυλες διακρίσεις, καταναγκαστικούς ψυχιατρικούς εγκλεισμούς, βάναυση σωματική παρενόχληση και φόνους. Όλη αυτή η ζέση ενισχύθηκε σε μια εποχή πανδημίας κατά την οποία η ενδοοικογενειακή κακοποίηση έχει εκτοξευθεί στα ύψη και τα queer και τρανς παιδιά έχουν στερηθεί τους χώρους όπου μπορούσαν να μαζεύονται σε κοινότητες που υποστηρίζουν τη ζωή.

Είναι αρκετά εύκολο να ξεμασκαρέψουμε και ακόμη να γελοιοποιήσουμε πολλούς από τους ισχυρισμούς που διατυπώνονται κατά των σπουδών φύλου ή της έμφυλης ταυτότητας, καθώς βασίζονται σε ισχνές καρικατούρες και συχνά αγγίζουν τα όρια του εξωφρενικού. Αν έχει σημασία (και ας ελπίσουμε ότι έχει ακόμα), δεν υπάρχει μία ενιαία έννοια του κοινωνικού φύλου, οι δε σπουδές φύλου είναι ένα σύνθετο και εσωτερικά ποικιλόμορφο πεδίο που περιλαμβάνει ευρύ φάσμα μελετητών. Δεν αρνείται το βιολογικό φύλο, αλλά τείνει να θέτει το ερώτημα πώς αυτό εδραιώνεται, μέσα από ποια ιατρικά και νομικά πλαίσια, πώς άλλαξε με την πάροδο του χρόνου και τι διαφορά παράγει στην κοινωνική οργάνωση του κόσμου μας η αποσύνδεση του φύλου που έχει οριστεί κατά τη γέννηση από τη ζωή που ακολουθεί, ας πούμε σε ζητήματα δουλειάς και αγάπης.

Γενικά πιστεύουμε ότι η απόδοση του φύλου γίνεται μια φορά. Έχει όμως κανείς σκεφτεί ότι μπορεί να είναι μια διαδικασία πολύπλοκη και αναθεωρήσιμη, αναστρέψιμη έγκαιρα για εκείνους στους οποίους το φύλο έχει δοθεί λάθος; Το να υποστηρίζεις κάτι τέτοιο δεν σημαίνει να παίρνεις θέση ενάντια στην επιστήμη, αλλά απλώς να ερωτάς πώς η επιστήμη και ο νόμος εισέρχονται στην κοινωνική ρύθμιση της ταυτότητας. «Μα υπάρχουν δύο φύλα!». Γενικά, ναι, αλλά ακόμη και τα ιδανικά του διμορφισμού που διέπουν τις καθημερινές μας αντιλήψεις για το βιολογικό φύλο αμφισβητούνται από πολλές απόψεις από την επιστήμη καθώς και από το κίνημα των διεμφυλικών, το οποίο έχει δείξει πόσο ενοχλητική και συνεπακόλουθη μπορεί να είναι η απόδοση ενός φύλου.

Το να θέτεις ερωτήματα σχετικά με το κοινωνικό φύλο, δηλαδή πώς η κοινωνία οργανώνεται σύμφωνα με το φύλο και με ποιες συνέπειες για την κατανόηση των σωμάτων, της βιωμένης εμπειρίας, της στενής συναναστροφής και της ηδονής, σημαίνει να συμμετέχεις σε μια μορφή ανοιχτής αναζήτησης και έρευνας, αμφισβητώντας τις δογματικές κοινωνικές θέσεις που επιδιώκουν να σταματήσουν και να αντιστρέψουν χειραφετητικές αλλαγές. Κι όμως, οι «σπουδές φύλου» επικρίνονται ως «δόγμα» από όσους φαντάζονται ότι βρίσκονται από τη μεριά της «κριτικής».

Θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε επί μακρόν εξηγώντας τις διάφορες μεθοδολογίες και ανταλλαγές στο πλαίσιο των σπουδών φύλου, την πολυπλοκότητα της θεωρίας και την αναγνώριση που έχει λάβει ως δυναμικό πεδίο σπουδών σε όλο τον κόσμο. Αλλά αυτό έχει ως προϋπόθεση μια δέσμευση από την πλευρά του αναγνώστη και του ακροατή στις αρχές της εκπαίδευσης. Απ’ τη στιγμή που οι περισσότεροι από αυτούς τους αντιπάλους αρνούνται να διαβάσουν οποιοδήποτε υλικό θα μπορούσε να έρχεται σε αντίθεση με τις πεποιθήσεις τους ή επιλέγουν ό,τι τους βολεύει από πολύπλοκα κείμενα για να υποστηρίξουν μια καρικατούρα, πώς πρέπει να προχωρήσουμε;

Άλλοι πάλι ισχυρίζονται ότι η ίδια η έννοια του «κοινωνικού φύλου» αποτελεί επίθεση κατά του Χριστιανισμού (ή, σε ορισμένες χώρες, κατά του παραδοσιακού Ισλάμ) και κατηγορούν τους υποστηρικτές του «κοινωνικού φύλου» ότι κάνουν διακρίσεις κατά των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Κι όμως, το σημαντικό πεδίο των έμφυλων θρησκευτικών σπουδών δείχνει ότι οι εχθροί δεν έρχονται απ’ έξω και ότι ο δογματισμός βρίσκεται στη μεριά των τιμητών.

Για το αντιδραστικό αυτό κίνημα, ο όρος «φύλο» προσελκύει, συμπυκνώνει και ηλεκτρίζει ένα ποικίλο σύνολο από κοινωνικά και οικονομικά άγχη που παράγονται από την αύξηση της οικονομικής επισφάλειας υπό νεοφιλελεύθερα καθεστώτα, την εντεινόμενη κοινωνική ανισότητα και το λοκ ντάουν της πανδημίας. Πολλοί, υπό την επήρεια φόβων για κατάρρευση των υποδομών, αντιμεταναστευτικό θυμό και, στην Ευρώπη, του φόβου μήπως χαθεί η ιερότητα της ετεροκανονικής οικογένειας, της εθνικής ταυτότητας και της λευκής υπεροχής, επιμένουν ότι για όλα αυτά φταίνε οι καταστροφικές δυνάμεις των έμφυλων και των μετααποικιακών σπουδών και της κριτικής θεωρίας περί φυλών. Όταν λοιπόν εμφανίζουν το gender σαν ξένη εισβολή, οι ομάδες αυτές αποκαλύπτουν ξεκάθαρα ότι αυτό που τους απασχολεί είναι η κατασκευή του έθνους. Το έθνος για το οποίο αγωνίζονται είναι χτισμένο πάνω στην κυριαρχία των λευκών, στην ετεροκανονική οικογένεια και στην άμυνα απέναντι σε κάθε κριτική αμφισβήτηση κανόνων οι οποίοι έχουν σαφώς περιορίσει τις ελευθερίες και έχουν θέσει σε κίνδυνο τις ζωές τόσο πολλών ανθρώπων.

Η εξαφάνιση των κοινωνικών υπηρεσιών υπό τον νεοφιλελευθερισμό δημιουργεί πιέσεις στην παραδοσιακή οικογένεια να παρέχει εργασία φροντίδας, όπως πολύ σωστά έχουν υποστηρίξει πολλές φεμινίστριες. Με τη σειρά της, η οχύρωση των πατριαρχικών κανόνων εντός της οικογένειας και του κράτους έχει γίνει, για κάποιους, επιτακτική ανάγκη μπροστά στις αποδεκατισμένες κοινωνικές υπηρεσίες, το απλήρωτο χρέος και το χαμένο εισόδημα. Σε αυτό το πλαίσιο άγχους και φόβου το «gender» απεικονίζεται ως μια καταστροφική δύναμη, μια ξένη επιρροή που διεισδύει στο πολιτικό σώμα και αποσταθεροποιεί την παραδοσιακή οικογένεια.

Πράγματι, το gender αντιπροσωπεύει, ή συνδέεται με, κάθε είδους φανταστικές «παρεισφρήσεις» στο εθνικό σώμα –μετανάστες, εισαγωγές, διαταραχή της τοπικής οικονομίας μέσω των επιπτώσεων της παγκοσμιοποίησης. Έτσι, το «gender» γίνεται ένα φάντασμα, που μερικές φορές προσδιορίζεται ως ο ίδιος ο «διάβολος», μια καθαρή δύναμη καταστροφής που απειλεί τη δημιουργία του Θεού (και όχι, ας πούμε, η κλιματική αλλαγή, που θα ήταν ένας πολύ πιο εύλογος υποψήφιος). Ένα τέτοιο φάντασμα καταστροφικής ισχύος μπορεί να καταπολεμηθεί μόνο μέσα από απελπισμένες καταφυγές στον εθνικισμό, τον αντιδιανοουμενισμό, τη λογοκρισία, τις απελάσεις και κλείσιμο των συνόρων. Ένας λόγος, λοιπόν, που χρειαζόμαστε τις σπουδές φύλου περισσότερο από ποτέ είναι για να κατανοήσουμε αυτό το αντιδραστικό κίνημα.

Το κίνημα κατά της έμφυλης ιδεολογίας περνά τα σύνορα, συνδέοντας οργανώσεις στη Λατινική Αμερική, την Ευρώπη, την Αφρική και την Ανατολική Ασία. Η αντίθεση στο gender εκφράζεται από διαφορετικές κυβερνήσεις όπως η Γαλλία του Μακρόν και η Πολωνία του Ντούντα, κυκλοφορεί σε δεξιά κόμματα στην Ιταλία, εμφανίζονται σε μεγάλες εκλογικές πλατφόρμες στην Κόστα Ρίκα και την Κολομβία, διακηρύσσεται θορυβωδώς από τον Μπολσονάρο στη Βραζιλία και είναι υπεύθυνη για το κλείσιμο εδρών για τις σπουδές φύλου σε πολλά μέρη, με πιο διαβόητο το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης το 2017 πριν μεταφερθεί στη Βιέννη.

Στη Γερμανία και σε ολόκληρη την ανατολική Ευρώπη, η «εμφυλοφροσύνη» [genderism] παρομοιάζεται με τον «κομμουνισμό» ή τον «ολοκληρωτισμό». Στην Πολωνία, πάνω από εκατό περιφέρειες έχουν αυτοανακηρυχθεί «ζώνες αντι-ΛΟΑΤΚΙ», ποινικοποιώντας την ανοιχτή δημόσια ζωή για όποιον θεωρείται ότι ανήκει σε αυτές τις κατηγορίες, αναγκάζοντας νέους ανθρώπους να καταφύγουν στην εξορία ή την παρανομία. Την αντιδραστική αυτή φλόγα αναζωπυρώνει και το Βατικανό, το οποίο έχει ανακηρύξει την «έμφυλη ιδεολογία» «διαβολική», χαρακτηρίζοντάς την ως μια μορφή «αποικιακού ιμπεριαλισμού» που προέρχεται από τον Βορρά και προκαλεί φόβους για την «ενθάρρυνση» της «έμφυλης ιδεολογίας» στα σχολεία.

Σύμφωνα με την Agnieszka Graff, συγγραφέα, μαζί με την Elzbieta Korolczuk, του Anti-Gender Politics in the Populist Moment, στα δίκτυα που ενισχύουν και διακινούν την αντι- gender άποψη περιλαμβάνονται η Διεθνής Οργάνωση για την Οικογένεια, η οποία επαίρεται ότι στα συνέδριά της και στο διαδίκτυο την παρακολουθούν χιλιάδες άνθρωποι. Η πλατφόρμα CitizenGo, που ιδρύθηκε στην Ισπανία, κινητοποιεί ανθρώπους ενάντια σε διαλέξεις, εκθέσεις και πολιτικούς υποψηφίους που υπερασπίζονται τα δικαιώματα ΛΟΑΤΚΙ. Ισχυρίζονται ότι έχουν περισσότερους από 9 εκατομμύρια ακόλουθους, έτοιμους να κινητοποιηθούν στη στιγμή (κινητοποιήθηκαν εναντίον μου στη Βραζιλία το 2018 όταν ένα εξαγριωμένο πλήθος έκαψε το ομοίωμα που «μου έμοιαζε» έξω από τον χώρο όπου επρόκειτο να μιλήσω). Μια τρίτη οργάνωση είναι η Agenda Europe, που περιλαμβάνει πάνω από 100 οργανώσεις και θεωρεί τους γάμους ομοφυλοφίλων, τα δικαιώματα των τρανς, την αναπαραγωγική ελευθερία και την αντίθεση προς τις διακρίσεις εις βάρος ΛΟΑΤΚΙ ως επιθέσεις στο χριστιανισμό.

Τα κινήματα κατά του gender είναι τάσεις όχι απλώς αντιδραστικές αλλά φασιστικές, από εκείνες που υποστηρίζουν ολοένα και πιο αυταρχικές κυβερνήσεις. Η ασυνέπεια των επιχειρημάτων τους, η ρητορικές τους αναφορές σε «ίσες ευκαιρίες» και γενικά ο επιλεκτικός τους δανεισμός από στρατηγικές τόσο της αριστεράς όσο και της δεξιάς, παράγουν έναν λόγο μπερδεμένο για κάποιους, γοητευτικό για άλλους. Είναι όμως τυπικά φασιστικά κινήματα που διαστρεβλώνουν την ορθολογικότητα για να εξυπηρετήσει υπερεθνικιστικούς στόχους.

Επιμένουν ότι το gender είναι ένα ιμπεριαλιστικό κατασκεύασμα, ότι είναι μια «ιδεολογία» που τώρα επιβάλλεται στους τοπικούς πολιτισμούς του παγκόσμιου νότου, αντλώντας παραπλανητικά από τη γλώσσα της θεολογίας της απελευθέρωσης και της απο-αποικιακής ρητορικής. Ή, όπως υποστηρίζει η δεξιά ιταλική ομάδα Pro Vita, το gender εντείνει τις κοινωνικές επιπτώσεις του καπιταλισμού, ενώ η παραδοσιακή ετεροκανονική οικογένεια είναι το τελευταίο ανάχωμα ενάντια στην κοινωνική αποσύνθεση και τον ανομικό ατομικισμό. Όλα αυτά φαίνεται να απορρέουν από την ίδια την ύπαρξη των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, τις οικογένειές τους, τους γάμους, τις ιδιωτικές τους σχέσεις και τους τρόπους ζωής έξω από την παραδοσιακή οικογένεια, από τα δικαιώματά τους στη δημόσια ύπαρξή τους. Απορρέει επίσης από φεμινιστικές νομικές αξιώσεις για αναπαραγωγική ελευθερία, φεμινιστικά αιτήματα για τερματισμό της σεξουαλικής βίας καθώς και των οικονομικών και κοινωνικών διακρίσεων κατά των γυναικών.

Ταυτόχρονα, οι αντίπαλοι του gender ψάχνουν καταφυγή στη Βίβλο για να υπερασπιστούν τις απόψεις τους περί φυσικής ιεραρχίας μεταξύ ανδρών και γυναικών και τις διακριτές αξίες του αρσενικού και του θηλυκού (παρόλο που οι προοδευτικοί θεολόγοι έχουν επισημάνει ότι αυτές βασίζονται σε συζητήσιμες αναγνώσεις των βιβλικών κειμένων). Εξομοιώνοντας τη Βίβλο με τη διδασκαλία του φυσικού νόμου, ισχυρίζονται ότι το φύλο που έχει αποδοθεί τον καθένα είναι θεία θέληση, υπονοώντας ότι οι σύγχρονοι βιολόγοι και οι γιατροί είναι περιέργως στην υπηρεσία της θεολογίας του 13ου αιώνα.

Δεν έχει σημασία αν οι χρωμοσωμικές και ενδοκρινολογικές διαφορές περιπλέκουν τον δυισμό του φύλου και ότι η απόδοση φύλου μπορεί να αναθεωρηθεί. Οι συνήγοροι του αντι- gender ισχυρίζονται ότι οι φορείς της «έμφυλης ιδεολογίας» αρνούνται τις υλικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών, αλλά ο υλισμός τους γρήγορα μετατρέπεται στον ισχυρισμό ότι τα δύο φύλα είναι άχρονα «αντικειμενικά δεδομένα». Το αντι-gender κίνημα δεν είναι μια συντηρητική θέση με ένα σαφές σύνολο αρχών. Όχι: ως φασιστική τάση, κινητοποιεί μια σειρά από ρητορικές στρατηγικές από όλο το πολιτικό φάσμα για να μεγιστοποιήσει τον φόβο της παρείσφρησης και της καταστροφής που προέρχεται από ένα ποικίλο σύνολο οικονομικών και κοινωνικών δυνάμεων. Δεν επιδιώκει τη συνέπεια, γιατί η ασυνέπειά του είναι μέρος της ισχύος του.

Στη γνωστή του λίστα με τα στοιχεία του φασισμού, ο Ουμπέρτο Έκο γράφει ότι «το φασιστικό παιχνίδι μπορεί να παιχτεί με πολλές μορφές», γιατί ο φασισμός είναι «ένα κολάζ… μια κυψέλη αντιφάσεων». Πραγματικά, αυτό περιγράφει τέλεια την αντι-gender ιδεολογία σήμερα. Είναι μια αντιδραστική παρακίνηση, μια εμπρηστική δέσμη αντιφατικών και ασυνάρτητων ισχυρισμών και κατηγοριών. Τρέφονται από την ίδια την αστάθεια που υπόσχονται να περιορίσουν, και ο δικός τους λόγος παράγει περισσότερο χάος. Μέσα από ένα κύμα αντικρουόμενων και τερατολογικών ισχυρισμών, επινοούν έναν κόσμο πολλαπλών επικείμενων απειλών για να υποστηρίξουν την αυταρχική διακυβέρνηση και τη λογοκρισία.

Αυτή η μορφή φασισμού εκδηλώνει αστάθεια ακόμη και όταν προσπαθεί να αποκρούσει την «αποσταθεροποίηση» της κοινωνικής τάξης που επιφέρει η προοδευτική πολιτική. Η αντίθεση στο «gender» συχνά συγχωνεύεται με αντιμεταναστευτική οργή και φόβο, γι’ αυτό και συχνά, σε χριστιανικά πλαίσια, συγχωνεύεται με την ισλαμοφοβία. Οι μετανάστες, επίσης, αναπαρίστανται ως «δύναμη διείσδυσης» και αναμεμειγμένοι σε «εγκληματικές» πράξεις, ακόμη και όταν ασκούν τα δικαιώματά τους προς διέλευση βάσει του διεθνούς δικαίου. Στο φαντασιακό των υποστηρικτών της αντι-gender ιδεολογίας, το «φύλο» είναι κάτι σαν ένας ανεπιθύμητος μετανάστης, ένα εισερχόμενο στίγμα, αλλά και, ταυτόχρονα, ένας ολοκληρωτικός αποικιοκράτης που πρέπει να αποβληθεί. Η ιδεολογία αυτή αναμιγνύει δεξιούς και αριστερούς λόγους κατά βούληση.

Ως φασιστική τάση, το αντι-έμφυλο κίνημα ενθαρρύνει τις κρατικές εξουσίες να παρεμβαίνουν σε πανεπιστημιακά προγράμματα, να λογοκρίνουν καλλιτεχνικά και τηλεοπτικά προγράμματα, να απαγορεύουν στα τρανς να ασκήσουν τα νόμιμα δικαιώματά τους, να απαγορεύουν σε άτομα ΛΟΑΤΚΙ την είσοδο σε δημόσιους χώρους, να υπονομεύουν την αναπαραγωγική ελευθερία και τον αγώνα κατά της βίας που πλήττει γυναίκες, παιδιά και ΛΟΑΤΚΙ άτομα. Απειλεί βία εναντίον μεταναστών και άλλων «δαιμονικών δυνάμεων» που η καταστολή ή η επαναπροώθησή τους θα αποκαταστήσει την απειλούμενη εθνική τάξη.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι παράλογο οι «κριτικές απέναντι στο κοινωνικό φύλο» φεμινίστριες να συμμαχούν με αντιδραστικές δυνάμεις στοχοποιώντας τρανς, μη δυικά και genderqueer άτομα. Ας γίνουμε όλες πραγματικά κριτικές τώρα, γιατί δεν είναι ώρα οποιοσδήποτε από τους στόχους αυτού του κινήματος να στραφεί εναντίον άλλων. Η ώρα της αντιφασιστικής αλληλεγγύης είναι τώρα.

*Η Judith Butler είναι Αμερικανίδα φιλόσοφος, η οποία έχει συμβάλει στα πεδία του φεμινισμού, της Queer θεωρίας, της πολιτικής φιλοσοφίας και της ηθικής. Είναι καθηγήτρια στο τμήμα Ρητορικής και Συγκριτικής Λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, Μπέρκλεϊ

Μετάφραση (και επιλογή τίτλου) Α.Γ.

Πηγή:nomadicuniversality

Join the sexolution: Για συμμετοχή στο sexpositive.gr κάνε κλικ εδώ